Κυριακή Ε' ΛΟΥΚΑ
( Λουκ. 8, 26- 39 ).
Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς ἀναφέρεται στήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. Πρωταγωνιστικά πρόσωπα εἶναι ὁ ἐπώνυμος φτωχός, δηλαδή ὁ Λάζαρος καί ὁ ἀνώνυμος πλούσιος. Καί οἱ δυό ζοῦν τοπικά καί χρονικά μαζί. Ὁ πλούσιος βιώνει τήν ψευδαίσθηση τῆς αὐτάρκειας τοῦ παρόντος σχήματος τοῦ κόσμου. Ὁ Λάζαρος στήν ἀνέχεια τοῦ νῦν. Προκλητικός τρόπος ζωῆς τοῦ πλουσίου. Σημειώνεται χαρακτηριστικά στή διήγηση τῆς παραβολῆς ὅτι: “ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καί βύσσον εὐφραινόμενος λαμπρῶς“.
Ἡ ζωή του σέ καθημερινή βάση ἦταν ἕνα διαρκές ξεφάντωμα, μιά ἐπίδειξη πλούτου καί χλιδῆς. Καμμιά πνευματική ἀνησυχία, κανένας ἠθικός περιορισμός. Ὁ πλοῦτος δέν τοῦ ἄφηνε περιθώρια γιά τέτοιου εἴδους σκέψεις, ἤ γιά ἀνθρωπινότερες ἐπιλογές. Μιά συνεχιζόμενη κατασπατάληση πραγμάτων ἐπί τῶν ὁποίων τελικά δέν εἶχε τήν οὐσιαστική κυριότητα. Βρέθηκε πλούσιος ἀπό καθαρά συγκυριακές περιστάσεις. Κανένας δέν γεννήθηκε οὔτε φτωχός, οὔτε πλούσιος. Ἀπό καθαρά συγκυριακές περιστάσεις βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος διαχειριστής ἀλλοτρίου πλούτου. Ἡ πραγματικότητα αὐτή διαπιστώνεται καί στήν πρώτη, ἀλλά περισσότερο στή δεύτερη καί ὁριστική του γέννηση, ἡ ὁποία εἶναι σύμφυτος μέ τήν ἔξοδο ἀπό τόν κόσμο αὐτό. Στήν πρώτη γέννηση γυμνός ἐξέρχεται ἀπό τή φυσική του μητέρα, ἀλλά καί στήν δευτέρα γέννηση γυμνός «ἐξέρχεται», φεύγει ἀπό τόν κόσμο αὐτό, στόν ὁποῖο μπορεῖ νά διαχειρίστηκε θησαυρούς ἀμυθήτου ἀξίας, ὅμως ὅλα αὐτά δέν ἀκουμποῦν αὐτό πού εἶναι σάν ὕπαρξη καθ’ ἑαυτή, μιά καί εἶναι ἀνόμοια πρός τήν παχυλότητα τοῦ πλούτου.
Ἡ παραβολή αὐτή διδάχθηκε ἀπό τόν Κύριό μας πρίν ἀπό δυό χιλιάδες χρόνια, ὅμως παρά τή χρονική αὐτή ἀπόσταση τοῦ τότε καιροῦ μέ τό σήμερα, διαπιστώνεται πολύ ἁπλά ἡ παντοτεινή της ἐπικαιρότητά της. Μέ τήν παραβολή τοῦ «πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου», θέλησε ὁ Κύριος νά ἐπισημάνει τήν τραγικότητα τῆς πεποιθήσεώς μας πάνω σέ μιά ρευστή, ἀλλά καί ὁλωσδιόλου ξένη πραγματικότητα, ὅπως εἶναι ὁ πλοῦτος. Ἤθελε τά πάντα νά κινοῦνται γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του. Ὁ πειρασμός τῆς αὐτάρκειας τόν ἔκανε νά ἐνεργεῖ μέ μονομέρεια. Μόνο κάποια ἀπ’ τά ψίχουλα, πού ξέφευγαν κι αὐτά ἀσφαλῶς ἀνεπίγνωστα κι ἔφθαναν μέχρι τά χέρια τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου. Ὁ ἀτομισμός του τόν ἀλλοτρίωνε ἀπό κάθε ἴχνος ἀνθρωπιᾶς.
Ὁ πλούσιος σημειώνει ἡ παραβολή, ὅτι μετά τόν θάνατό του καταδικάσθηκε. Βρέθηκε ἀποκομμένος στόν τόπο τῆς βασάνου, ἐνῶ ὁ φτωχός Λάζαρος ἀναπαύθηκε στόν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ.
Καί εὔλογα γεννᾶται τό ἐρώτημα. Καταδικάσθηκε ὁ ἄνθρωπος αὐτός γιατί ἦταν πλούσιος; Εἶναι τελικά ὁ πλοῦτος ἐξαρχῆς καταδικαστικό στοιχεῖο, πού ὁδηγεῖ αὐτόν πού τόν κατέχει σέ πνευματικό θάνατο καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα σωτηρίας γιά τόν πλούσιο ἄνθρωπο; Μ’ ἄλλα λόγια, ὁ πλοῦτος ἀποτελεῖ αἰτία γιά νά χάσει ἡ ἄνθρωπος τή ζωή του στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
Ἄς δοῦμε ὅμως τά πράγματα μέ τή σειρά. Ἡ καταδίκη αὐτή τοῦ πλουσίου ἔχει ὁπωσδήποτε τήν αἰτία της. Ἴσως κάποιοι ποῦν, ὅτι ἡ αὐτή ἡ καταδίκη ὀφείλεται, στό ὅτι ἦταν πλούσιος σέ ὑλικά ἀγαθά. Βέβαια ἀπό τό περίγραμμα τῆς παραβολῆς φαίνεται ὁ πειρασμός τοῦ πλούτου νά ἐμβάλλει σέ μιά διαρκῆ ἐκτόπιση τῶν αἰσθημάτων ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπό του. Περιορίζεται στίς διαστάσεις τοῦ κόσμου καί ἐμφανίζεται ὁ ἄνθρωπος αὐτός νά ἐπαναπαύεται στίς δυνατότητες πού ὁ πλοῦτος τοῦ παρέχει. Ὁ πλοῦτος τόν βραχυκύκλωσε στά δόκανα μόνον ὅσων ἔχουν αἴσθηση. Τά “ὑπέρ αἴσθησιν” αὐτά πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά ξεχωρίζει ἀπό τήν ἀλογία δέν τόν ἄγγιξαν. Δέν αἰσθάνθηκε τίς ποικιλόμορφες ἀνάγκες, πού κατάτρωγαν τούς πτωχούς Λαζάρους, πού ζοῦσαν δίπλα του. Ὅλοι αὐτοί ἦταν πεινασμένοι καί ἐξουθενωμένοι ἀπό τήν ἔλλειψη τῆς συμπόνιας.
Χρειάζεται ὅμως ἐδῶ νά δοῦμε καί μέσα ἀπό μιά ἄλλη παράμετρο τήν ἔννοια τοῦ πλούτου. Πλούσιος δέν εἶναι μόνο αὐτός, πού βρέθηκε ἀπό κάποιες συγκυρίες νά εἶναι κάτοχος πολλῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Πλούσιος εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος, πού ἀπό τή γέννησή του ἔχει μιά μοναδικότητα χαρισμάτων πού δέν συναντῶνται στό συνάνθρωπο. Κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιά μοναδική καί ἀνεπανάλειπτη προσωπικότητα. Ἡ μοναδικότητα αὐτή μαζί μ’ ἐκεῖνες τῶν ἄλλων δημιουργοῦν τήν ἀνθρώπινη κοινωνία.
Κοινωνία δέν εἶναι μιά οὐτοπία, εἶναι μιά δυνατότητα πού μπορεῖ νά πραγματοποιεῖται ἀπό τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων. Μόνο ὅταν ἀποφεύγουμε τήν ἀτομικότητα, πού εἶναι διαστροφή τῆς ἐννοίας τοῦ ἀνθρώπου, τότε λειτουργεῖ ἡ κοινωνία. Ἡ διαστροφή πού ἔφερε ἡ ἁμαρτία σάν ἀρρώστεια τῆς καθολικῆς φύσεως προξένησε τό σχῆμα πλούσιος, πού τελικά εἶναι ἡ ψευδαίσθηση τοῦ “ἔχειν” τό ὁποῖο μᾶς κάνει νά ἀμπαρωνόμαστε στό ἄτομό μας χωρίς καμμιά, ἔστω καί σάν ἀπόπειρα, κοινωνίας μέ τόν Λάζαρο, τόν κάθε Λάζαρο ἀνέξάρτητα ἄν ἔχει ἀνάγκη ὑλικῆς συμπαραστάσεως ἤ συμπορεύσεως στά ποικιλόμορφα προβλήματα τῆς καθημερινότητός του. Ἔτσι δημιουργεῖται ἀναπότρεπτα ἡ ψευδαίσθηση τῆς αὐτάρκειας, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν αὐταρέσκεια, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο χωρίς τόπο, “οὐ τόπος” οὐτοπικό, τελικά ἀκοινώνητο, νά μήν ἔχει ὁρίζοντα χρέους, ὁπότε καί περιχαρακώνεται στόν ἑαυτό του, καί αὐτο-αποκλείεται ἀπό τήν ὄντως ζωή στούς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ.
Οὔτε ὁ συγκεκριμένος Λάζαρος ἔφθασε στόν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ ἐπειδή ἦταν φτωχός. Ἔφθασε στή γεύση τῆς ἀληθινῆς ζωῆς ἐπειδή ἔδειξε ὑπομονή καί κατάφερε νά ξεπεράσει τά σχήματα, πού ἡ μεταπτωτικότητα τοῦ ἀνθρώπου δημιούργησε. Ἄντεξε “τό βάρος καί τόν κόπον τῆς ἡμέρας” καί πέτυχε νά βρεθεῖ στήν ὄντως ζωή.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ὁ θάνατος ἡ μεγαλύτερη βεβαιότητα, θέτει τέλος στόν ἐγκλωβισμό μας στήν ἐγωκεντική μας ἀπερισκεψία. Ὁ ἀνώνυμος πλούσιος εἶχε κάνει τήν ἐπιλογή του στήν ἐπίγεια ζωή του. Ζοῦσε γιά τόν ἑαυτό του. Ὁ πλοῦτος ἐκτιμήθηκε σάν ἀποκλειστικότητα καί προνόμιό του. Ξέχασε ὅτι, ὅταν γεννήθηκε δέν ἔφερε τίποτε τό δικό του, καί φεύγοντας ἀπό τήν ἐδῶ ζωή, τίποτε ἀπό ὅσα ἀπόκτησε, δέν θά τόν συνοδεύουν κατά τήν ἔξοδό του ἀπό τόν κόσμο τοῦτο.
Ἐπιλέγοντας στήν ἐδῶ ζωή του ἕνα τρόπο τελείως ἐγωκεντρικό βλέπουμε, ὅτι καί στήν ἄλλη ζωή δέν ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπό τή νοοτροπία, πού εἶχε ἀποκτήσει κατά τήν ἐπίγεια ζωῆς του. Παρακαλεῖ γιά τή σωτηρία μόνο τῶν δικῶν του μέσα ἀπό μιά ἀποστολή τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου στό σπίτι του, ὥστε νά ἀποτραπεῖ παρόμοια καταδίκη τῶν ὁμότροπων ἀδελφῶν του ἀπό “τοῦ τόπου τῆς βασάνου“.
Ὅμως ὁποιαδήποτε πληροφορία, ἀπό ὁποιονδήποτε Λάζαρο πού θά ἐπέστρεφε ἀπό τήν ἄλλη ζωή, δέν μπορεῖ νά ὑποκαταστήσει τά ὅσα διδάσκονται μέσα ἀπό τήν αἰώνια καί ἀδιάψευστη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, πού παραμένει ὁ μοναδικός ὁδηγός τῆς πορείας μας γιά τήν ἀπόκτηση τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἡ βίωση τῆς αἰώνιας ζωῆς μαθαίνεται ἀπό τήν ἐδῶ ζωή. Ἄν δέν μπορέσουμε νά συμβιώνουμε μέ τούς ἄλλους ἐδῶ, οὔτε ἐκεῖ μποροῦμε νά ἀνεχθοῦμε τήν παρουσία τοῦ ἄλλο καί αὐκαταδικαζόμαστε στή μοναξιά στόν τόπο τῆς βασάνου.
(πΚΦ )