Κυριακή 6 Ἰανουαρίου 2008 -
ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ
( Τιτ. 2,11-14 & 3, 4-7) ).
Δυό μικρά ἀποσπάσματα ἀπό τήν ἐπιστολή πού ἔστειλε ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρός τόν Τίτο, ἀποτελοῦν τό ἀνάγνωσμα τοῦ «Ἀποστόλου» τῆς σημερινῆς ἡμέρας. Καί φαίνεται πώς εἶναι σημαντικά τά γραφόμενα, ὥστε νά ἐπιλεγοῦν ἀπό τή σοφία τῶν ἁγίων Πατέρων, ὥστε νά ἀποτελέσουν τήν ἀποστολική διδαχή στή θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν «Θεοφανείων» ἤ ἀλλοιῶς τῶν «Ἐπιφανείων».
Σημειώνουμε προκαταβολικά πώς ἡ πρός Τίτον ἐπιστολή εἶναι μιά ἀπό τίς λεγόμενες «Ποιμαντικές» ἐπιστολές, πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔχει στείλει ὀνομαστικά σέ πρόσωπα πού εἶχε ὁ ἴδιος ἐγκαταστήσει σέ τοπικές ἐκκλησίες, πού εἶχαν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον.
«ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις»
Στό σημερινό ἀνάγνωσμα κυριαρχεῖ ἡ φράση, «ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις» στήν ὁποία καί συνοψίζεται, πιστεύω, ὅλο τό πνευματικό περιεχόμενο τῆς μεγάλης Δεσποτικῆς ἑορτῆς.
Ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος ἀποτελοῦν δημιουργία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι αὐτό πού ἡ σκέψη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας δηλώνεται κατ’ ἐπανάληψη «ὁ Πατήρ δι’ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ποιεῖ τά πάντα». Καί ἔκτοτε ὅλη ἡ δημιουργία ἀποτελεῖ τόν «ἀπειρόχωρο» μέσα στόν ὁποῖο «ἐκχέεται» πλουσιοπάροχα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Πάλι οἱ Πατέρες μας, μέσα ἀπό τήν ἁγιοπνευματική τους σκέψη μᾶς διδάσκουν, ὅτι ἡ «Οὐσία» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ εἶναι «μία», ἐνῶ οἱ ἐνέργειές Του εἶναι πολλές, καί ὅπως ἡ «Οὐσία» Του εἶναι ἄκτιστη ἔτσι καί οἱ ἐνέργειές Του εἶναι ἄκτιστες. Καί συνεχίζοντας λένε, ἡ «Οὐσία» τοῦ Θεοῦ εἶναι «ἀμέθεκτη», δηλαδή δέν μπορεῖ κανένα κτιστό δημιούργημα νά ἔχει συμμετοχή, νά κοινωνήσει, αὐτῆς. Οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κοινωνούμενες ἀπό τόν κόσμο, καί κυρίως ἀπό τόν «ἔλ-λογο» ἄνθρωπο.
Ὅλα τά κτιστά, ἄ-ψυχα καί ἔμ-ψυχα, μετέχουν τῆς «οὐσιοποιοῦ» ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Τά φυτά, τά ζῶα καί ὁ ἄνθρωπος μετέχουν ὄχι μόνο τῆς οὐσιοποιοῦ, ἀλλά καί τῆς «ζωοποιοῦ» θείας ἐνέργειας. Ὁ ἄνθρωπος πάλι ἐκτός τῶν προηγουμένων μετέχει καί τῆς «σοφιοποιοῦ» ἄκτιστης ἐνεργείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. Τέλος οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, οἱ Ἅγιοι, ἔχουν γίνει μέτοχοι καί στήν «ἁγιοποιό» καί «θεοποιό» θεία ἐνέργεια. Νά λοιπόν γιατί σήμερα κατεξοχήν ἡμέρα τῆς φανερώσεως τῆς Ἁγίας Τριάδος (Πατρός, Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος) κατά τήν ὁποία «τά κάτω τοῖς ἄνω συνεορτάζει καί τά ἄνω τοῖς κάτω συνομιλεῖ» διδάσκεται ἡ χαρακτηριστική σκέψη τοῦ Παύλου γιά φανέρωση καί παρουσία τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ σ’ ὁλοκληρη τή Δημιουργία. Τῆς μεγάλης αὐτῆς εὐλογίας καλεῖται σέ μετοχή κάθε ἄνθρωπος. Ὅμως αὐτή προλαμβάνεται, ἀνάλογα μέ τή θέληση καί τόν ἀγώνα τόν πνευματικό, πού καταβάλλει καθένας μας ὥστε ὄχι μόνο νά δεχθεῖ, ἀλλά καί νά κάνει νά καρποφορήσει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Παῦλος τονίζει στό μαθητή του Τίτο, ὅτι ἡ φανερούμενη χάρη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο «παιδεύει». Τό ρῆμα «παιδεύω» ἐδῶ, ἔχει τήν ἔννοια τῆς καθοδηγήσεως, τῆς χειραγωγίας, προκειμένου μέσα ἀπό τή βοήθεια πού μᾶς παρέχει νά κάνουμε τήν ὑπέρβαση τῶν κακῶν μας ροπῶν, ὥστε «εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι».
Ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπό τή μετάνοια χειραγωγούμενος θεραπεύεται, ἐνῶ ταυτόχρονα ἑνοποιεῖται κατά τόν «ἔσω ἄνθρωπον». Ἀποκτᾶ τήν ἁπλότητα. Ἡ ἁμαρτία μᾶς διασπᾶ σέ πολλαπλάσια κομμάτια, πού συνεχῶς μᾶς κατρακυλοῦν στή σκότιση, πού δημιουργοῦν τά πάθη. Ἡ ἁπλότητα ἀποτελεῖ ἐπιστροφή ἀπό τή συνεχῆ διασπαστικότητα.
Ἡ ἁπλότητα εἶναι θεραπεία τῆς τεμαχισμένης μας φύσεως, πού γίνεται μέ τήν ἀνακαίνιση καί ἕνωση μέ τό Θεό. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ ὑπόμνηση τοῦ Κυρίου μας «ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. 18, 3). Ἔτσι ὅταν λέμε γιά «νηπίους ἐν Χριστῷ», δέν ἐννοοῦμε ἀνθρώπους μέ λίγο μυαλό, ἀλλά νηπίους στήν καρδιά. Στήν καρδιά μας νά κυριαρχεῖ ἡ νηπιότητα, ὁ αὐθορμητισμός, ἡ ἐμπιστοσύνη πού δείχνει τό μικρό παιδί στήν ἀγκαλιά τῆς μάνας.
Ἡ ἁπλότητα πού ζητάει ἀπό μέρους ὁ Θεός εἶναι καρπός, πού προέρχεται ἀπό τήν πνευματική ζωή. Ὅσο πιό πνευματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιό ἁπλός εἶναι στή ζωή του.
Στή χριστιανική ἁπλότητα κυριαρχεῖ λοιπόν, ἡ ταπεινότητα καί μ’ αὐτή ἡ ἀγάπη, στοιχεῖα πού προσδίδουν στόν φέροντα τό ἀπέριττο τῆς συμπεριφορᾶς, καί μᾶς κάνουν ἀποδέκτες τῆς σωτήριας χάρης τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς, τίς πιό πολλές φορές, ἐμεῖς οἱ ὀνομαζόμενοι χριστιανοί ἔχουμε νά ἐπιδείξουμε μιά ζωή, πού εἶναι ἐπιδερμική. Ὁ κίβδηλος, ὁ ψεύστης, «οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλά διπλοῦς· ἄλλος ἐστίν ἔσωθεν καί ἄλλος ἔξωθεν· διπλοῦν ἔχει καί ὅλον ἐχλευασμένον τόν βίον αὐτοῦ», σημειώνει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος.
(πΚΦ )