Κυριακή Γ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. 6, 22- 33).
Τό σημερινό Εὐαγγελικό κείμενο δέν εἶναι θεολογικό, καί ἄρα δέν χρειάζεται μεγάλη θεολογική κατάρτιση γιά νά προσεγγίσει ὁ χριστιανός τίς ἀλήθειες πού περιέχει. Χρειάζεται ὅμως διάθεση καρδιᾶς γιά νά δεχθοῦμε τίς πρακτικές πού ἐκπέμπει. Ἄν μᾶς φαίνεται δυσνόητο αὐτό συμβαίνει γιατί μᾶς εἶναι ἀσυμπάθητες οἱ διαπιστώσεις του. Κι αὐτό γιατί στόν ἄνθρωπο κάποιες πραγματικότητες πού πρέπει νά τόν ὁδηγοῦν στήν ἐξαγωγή σωστῶν συμπερασμάτων καί κανόνων βίου δέν εἶναι εὔκολο νά γίνουν ἀποδεκτές καί αὐτό γιατί δυστυχῶς ὅλοι σχεδόν ἔχουμε συνηθίσει νά ζοῦμε ἐγωκεντρικά, νοησιαρχικά. Ἔχει εἰπωθεῖ καί αὐτό εἶναι ἀλήθεια, ὅ,τι γιά τό νοῦ εἶναι ἡ γνώση, εἶναι καί ἡ ἀγάπη γιά τήν καρδιά. Ἡ ἀγάπη ἔχει τό κλειδί, πού ἀνοίγει τή γνώση. Ὁ νοῦς δέν ἀντιλαμβάνεται, ἄν δέν ἀγαπήσει πρῶτα ἡ καρδιά.
Γράφονται ὅλα αὐτά γιά ἐπισημανθεῖ τό πόσο δύσκολο πρᾶγμα εἶναι ἡ καρδιά τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμη καί λεγομένου πιστοῦ, γιά νά ἐμβαθύνει στό πνεῦμα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας ἔχει ἀνατραφεῖ μέσα σέ συνθῆκες, πού ὁμιλοῦν μόνο γιά οἰκονομικά συμφέροντα, γιά ἐπενδύσεις, γιά “ἔχοντες καί κατέχοντες“. Τίς σχέσεις αὐτές μέχρι καί τίς πιό μικρές λεπτομέρειες τίς διέπουν νόμοι ρυθμιστικοί τῶν πολυπλόκων οἰκονομικῶν συναλλαγῶν. Ἔτσι στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀφήνεται πολύ λίγος χῶρος νά τοῦ μιλήσει ὁ Χριστός γιά ὀλιγάρκεια, γιά λιτότητα ζωῆς, γιά πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἐν προκειμένῳ πολύ χαρακτηριστικά, τά ὅσα σημειώνονται ἀπό τόν ἱερό Χρυσόστομο, καί τά ὁποῖα δείχνουν τήν ἀλήθεια αὐτή· “ὅσα γάρ ἄν τις σοι διαλέγηται, τῆς διανοίας προσηλωμένης τοῖς χρήμασιν, οὐδέν ἀκοῦσαι δυνήσῃ τῶν σοι προσηκόντων“. Ἀπ’ αὐτά φαίνεται πόσο δύσκολο εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας, τοῦ ὁποίου μέριμνα εἶναι μόνο τά οἰκονομικά του, νά ἀντιληφθεῖ τήν βεβαιότητα, τῶν ὅσων ἐπισημειώνει ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου γιά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ πρός ὅλα τά δημιουργήματά του, καί φυσικά γιά τόν ἄνθρωπο.
Τό ἱερό κείμενο τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος στήν ἀρχή κάνει λόγο γιά τόν ὀφθαλμό καί σημειώνει, ὅτι ἀποτελεῖ τό ὁδηγητικό λυχνάρι, πού κατευθύνει τό σωστό βηματισμό μας στή διάρκεια τῆς πορείας μας στά σκοτεινά. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ὑγιεινή αἴσθηση τῆς ὁράσεώς του, μπορεῖ νά κινεῖται σωστά. Ἄν ὄχι, δέν γνωρίζει, πού πηγαίνει. Μέ αὐτό θέλει νά πεῖ ὁ Κύριος καί Διδάσκαλος μας, ὅτι τό μάτι μας ἔχει ἀξία ἀνάλογα μέ τή σωστή λειτουργία καί καθαρότητά του. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί γιά τό πνευματικό μας αἰσθητήριο, τόν πνευματικό μας ὀφθαλμό, τόν ὁποῖο ἑρμηνεύοντας οἱ Πατέρες θά τόν ταυτίσουν μέ τό σωστό λογισμό, τόν “αὐτοκράτορα λογισμό“, πού μορφοποιεῖ τήν πνευματική μας ὑπόσταση.
Τά ὅσα παραθέτονται στή συνέχεια ἀπό τό ἱερό κείμενο, φαίνονται σάν νά μήν ἔχουν κάποια συνάφεια μέ τά ὅσα σημειώθηκαν πιό πάνω. Κι ὅμως ἄν δοῦμε τά πράγματα λίγο βαθύτερα, διαπιστώνουμε, ὅτι τά περί “ὀφθαλμοῦ“, σάν αἰσθητηρίου ὀργάνου μέσου τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος ἐπικοινωνεῖ μέ τόν ἔξω κόσμο καί τοῦ λογισμοῦ σάν ἐσωτερικῆς φωτιστικῆς πηγῆς, ἀποτελοῦν μιά σταθερή βάση γιά τά ὅσα διατυπώνονται περί βιοτικῆς μέριμνας καί ὑποδούλωση στόν μαμωνᾶ. Μεταξύ ἐξωτερικοῦ ματιοῦ καί πνευματικοῦ αἰσθητηρίου ὑπάρχει μιά ἀντιστοιχία. Δέν φωτίζει μονάχα τό σῶμα ὁ ὀφθαλμός, ἀλλά καί τό λογισμό καί μέσα ἀπό τό λογισμό τή ψυχοσωματική μας ὀντότητα. Ὅταν πάλι σκοτίζεται ὁ λογισμός, μολύνεται καί κηλιδώνεται ἡ ψυχή. Προσδιοριστικά ὁ Κύριος ἐπισημειώνει τίς κακές ὑπηρεσίες, πού προσφέρει κάθε στιγμή ὁ ὀφθαλμός σάν στοιχεῖο βουλιμίας. Ὅσα βλέπει τό μάτι θέλει ὁ ἄνθρωπος νά τά ἀπολαύσει καί τελικά μπορεῖ νά ὁδηγήσει σέ ἄφρονες καταστάσεις. Σ’ αὐτό τό πλαίσιο πρέπει νά δοῦμε τό λόγο τοῦ ἱεροῦ κειμένου· “εἰ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιός σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτόν καί βάλε ἀπό σοῦ…“. Τό παράδειγμα τοῦ σώφρονος Ἰωσήφ, τοῦ λεγομένου καί Παγκάλου, εἶναι τό χαρακτηριστικό ὑπόδειγμα. Ὁ σώφρων Ἰωσήφ δέν ἐνέδωσε στήν πρόκληση τῶν αἰσθήσεων, δέν ἔγινε ὑποχείριος τῶν ἀκολάστων ὀρέξεων τῆς προσκαίρου ἡδονῆς, πού θέλησε νά τοῦ προσφέρει ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ. Προτίμησε ὁ σώφρων τή θυσιαστική ἀκεραιότητα μέ ὅλες τίς γνωστές συνέπειες, γιά νά ἐπακολουθήσει τελικά ἡ ἐπιβράβευση ἀπό τόν Θεό.
Ἀπό τίς αἰσθήσεις, “ὡς διά θυρίδων” παραβιάζει ὁ ἐχθρός τῆς σωτηρίας μας, πρῶτα τό νοῦ καί τελικά γίνεται κυρίαρχος τῆς καρδιᾶς, ἔτσι τά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου σήμερα γιά ὀφθαλμό καί ὅραση σέ σχέση μέ τή λατρεία τοῦ χρήματος, τήν πλεονεκτική διάθεση, τήν ἐξάντλησή μας στίς βιοτικές μέριμνες, φανερώνουν τελικά ὄχι μονάχα ὀλιγοπιστία, ἀλλά ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν Θεό, πού σταδιακά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπ’ αὐτόν. Ἡ ὄψη μᾶς ἕλκει, τά ὁρώμενα μᾶς γοητεύουν, τά φαινόμενα μᾶς ἐξαπατοῦν. Ἡ ψυχή βλέπει, καθώς ὁ νοῦς ὁρᾶ. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης θά σημειώσει, ὅταν ἐξαντλοῦνται ὅλες μας οἱ δραστηριότητες στά τοῦ κόσμου, “ ἐπιθυμία τῆς σαρκός, ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἀλαζονεία τοῦ βίου” (Α’ Ἰωάν. 2, 16), τότε δημιουργεῖται ἀναπότρεπτα στήν καρδιά ὁ σκοτασμός καί δέν μπορεῖ νά διακρίνει τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ὅπως αὐτή ἁπλώνεται σ’ ὁλόκληρη τή δημιουργία.
Ἡ μέριμνα εἶναι μιά κατάσταση πού ἐνυπάρχει στό βάθος κάθε ζωντανοῦ ὀργανισμοῦ ἀπό τό μικρό πουλάκι μέχρι τόν πιό πάμπλουτο ἄνθρωπο. Ἡ μέριμνα δέν εἶναι ἁπλά ἡ φιλεργία, ἡ ἐπιμέλεια, ἡ τάξη, ἡ οἰκονομία καί ὅσα ἄλλα ἐξασφαλίζουν “προκοπήν βίου“. Ὅμως ὅταν ἡ μέριμνα καταντᾶ ταραχή, φόβος, ἀγωνία, τότε ὀρθώνονται τείχη ἀνάμεσα στήν ἀνθρώπινη κοινωνία καί τό Θεό καί κάνουν ἐφιαλτική τήν ἐπιβίωση τοῦ ἀνθρώπου καί ξεφτίζουν στόν ἄνθρωπο τήν πίστη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ἡ πίστη, ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο καί ἔπλασε τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί τόν συντηρεῖ καί τόν διακυβερνᾶ ἀποτελοῦν ἀλήθειες πού διδάσκονται ἀπό τήν πίστη μας. Ὅσα συμβαίνουν στό φυσικό κόσμο καί ὅσα γίνονται στό ἱστορικό γίγνεσθαι οὔτε κατά τύχη, οὔτε κατά φυσική ἀναγκαιότητα γίνονται. Σήμερα τουλάχιστο ἡ ἀπόλυτη βεβαιότητα κάποιων ἐκπροσώπων τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ἔχει καταρριφθεῖ καί ἐπιστήμονες κύρους ἔχουν καταδείξει τή σχετικότητα τῶν προτάσεων γύρω ἀπό τήν τυχαία ὕπαρξη τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ θεία βουλή διέπει τά πάντα, ἀλλά πάντοτε ὑπάρχει χῶρος μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά νά ἐκδηλωθεῖ μέ ἐλευθερία ἡ βούληση καί ἡ δράση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι συνεργός στό ἔργο τῆς δημιουργίας. Ὅταν ἡ μέριμνα συμπορεύεται μέ τήν πίστη στό Θεό καί τήν πρόνοια του γίνεται εὐλογία, βίος ἀγαθός καί ζωή αἰώνιος.
(πΚΦ )