Κυριακή ΙA' ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. 18, 23- 35).
Τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι πράγματι ἡ «καινή διδαχή» καί ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ «καινή ἐντολή» καί αὐτό διαπιστώνεται σέ κάθε σημεῖο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, ὅπως θά διαπιστώσουμε καί ἀπό τό σημερινό εὐαγγελικό κείμενο.
Ἡ παραβολή τοῦ κακοῦ καί ἄσπλαχνου δούλου ἀποτελεῖ τό εὐαγγελικό κείμενο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς. Ἀφορμή γιά νά διδαχθεῖ ἀπό τόν Χριστό ἀποτέλεσε ἡ ἐρώτηση τοῦ Πέτρου· «Κύριε, ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμέ ὁ ἀδελφός καί ἀφήσω αὐτῷ; ἕως ἑπτάκις;» Τό ἐρώτημα τοῦ Πέτρου ἀσφαλῶς προϋποθέτει τήν ὕπαρξη κάποιου σχετικοῦ προβλήματος στόν Ἰουδαϊσμό τήν ἐποχή ἐκείνη. Μάλιστα ὑπῆρχαν κάποιοι νομοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι περιόριζαν σέ 3 μέ 4 περιπτώσεις τή δυνατότητα συγγνώμης. Ὁ Πέτρος στό «ἑπτάκις» πού ἀνέφερε, ἴσως νά ἐκπροσωποῦσε μιά πιό ἐπιεικέστερη θέση. Παρά ταῦτα καί ἡ ἐπιεικής αὐτή θέση βρίσκεται πολύ μακριά ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης, πού διδάσκει καί ἐνσαρκώνει στόν κόσμο ἡ παρουσία τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἀπαντώντας στό ἐρώτημα τοῦ Πέτρου, ὁ Χριστός τοῦ λέει· «οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις, ἀλλά ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτά», καί γιά νά δώσει ἔμφαση σ’ αὐτό τό «ἑβομηκοντάκις ἑπτά», διδάσκει τήν παραβολή τοῦ ἄσπλαχνου δούλου.
Ὁ Πέτρος λέγοντας τό «ἕως ἑπτάκις» θέτει ἕνα ὅριο μέσα στό ὁποῖο περικλείει τό χρέος τῆς ἀφέσεως καί τῆς συγγνώμης. Ὁ Χριστός ὅμως μέ τό «ἑβδομηκοντάκις ἑπτά“» δέν κάνει ἁπλά ἕνα πολλαπλασιασμό, οὔτε καί παραποιεῖ, ἤ ἀπαξιοῖ τήν πνευματική καί ποιοτική οὐσία τῆς συγγνώμης. Θέλει νά τονίσει ἰδιαίτερα τήν ἀξία τῆς ἐπιείκιας, γιατί χρειάζεται ὅλοι μας νά εἴμαστε ἐπιεικεῖς καί μέσα ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἐπιείκιας νά δίνουμε τή συγγνώμη μας πρός τό «πταίσαντα» συνάν-θρωπό μας.
Διαβάζοντας προσεκτικά τό ἱερό κείμενο εὔκολα διαπιστώνουμε, ἀπό τό ἕνα μέρος τή μεγαλοψυχία τοῦ κυρίου ἐκείνου, πού μ’ ἕνα «μακροθύμησον» τοῦ δούλου του, χάρισε τό τεράστιο χρέος «τῶν μυρίων ταλάντων». Ἀπό τό ἄλλο ὅμως μέρος τήν διαφαίνεται ἡ ἀχαρακτήριστη συμπεριφορά τοῦ δούλου ἐκείνου, πού ἐνῶ τόσο πολύ εὐεργετήθηκε ἀπό τόν κύριό του ἔδειξε τόση φρικτή ἀπανθρωπία πρός τό σύνδουλό του, ὁ ὁποῖος τοῦ χρωστοῦσε μερικά δηνάρια.
Τόσο ὁ ἕνας, ὅσο καί ὁ ἄλλος ἦταν χρεῶστες. Καί οἱ δυό μεταχειρίστηκαν τήν ἴδια λέξη «μακροθύμησον“».
Ἡ λέξη αὐτή στήν καρδιά τοῦ «κυρίου τοῦ δούλου ἐκείνου» λειτούργησε πολύ ἀνθρώπινα, μέ ἐπιείκια, καί χάρισε χωρίς περιστροφές τή μεγάλη ὀφειλή, καί «πᾶσαν τήν ὀφειλήν αὐτῷ ἀφῆκεν». Φαίνεται ὅμως ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εἶχε ἀπάνθρωπη καρδιά, γιατί ὅταν σέ λίγο συνάντησε ἕνα σύνδουλό του μέ τρόπο ἐπιτακτικό ζητᾶ τήν ἐξόφληση τοῦ μικροῦ χρέους. Τά δανεισμένα χρήματα ἀσφαλῶς προέρχονταν ὄχι ἀπό δικά του ἀλλά ἀπό τό ποσό τῶν μυρίων ταλάντων πού εἶχε δανεισθεῖ ἀπό τόν Κύριό του. Καί ἐνῶ ὁ σύνδουλος μεταχειρίστηκε τήν ἴδια ἀκριβῶς φράση «μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοί», γιά τή μηδαμινή ὀφειλή, αὐτός ὄχι μόνο δέν φέρθηκε ἀνάλογα μέ τόν κύριό του, πού τοῦ χάρισε τό ὑπερβολικό ὑψηλό χρέος του, ἀλλά καί σέ μιά ἐπίδειξη ἀπάνθρωπης συμπεριφορᾶς ἀπαιτεῖ ἐδῶ καί τώρα τά ὀφειλόμενα.
Καί οἱ δυό δοῦλοι ἦταν στόν ἴδιο χῶρο, καί ζοῦσαν τή φρίκη τῆς δουλείας. Καί ἐνῶ θά περίμενε κανείς κάποια συμπεριφορά καλωσύνης ἀπό τόν ἄνθρωπο, πού ἐνῶ τοῦ χαρίστηκε ἕνα μεγάλο χρέος, ὁ ἴδιος ἐμφανίζεται μετά ἀπό λίγο μέ ἀφάνταστη σκληρότητα. Στόν ἀχάριστο δοῦλο δέν λειτούργησε ἡ καρδιά, ἀλλά ὁ ψυχρός ὑπολογισμός. Ξέχασε γρήγορα τήν συμπάθεια πού τοῦ ἔδειξε ὁ κύριός του, καί φέρνεται ἐξουσιαστικά στόν συνάνθρωπό του.
Πολλές φορές ὅλοι μας κλείνουμε τήν καρδιά μας καί ἐμφανίζουμε τήν ψυχρότητα τῆς λογικῆς καί τοῦ ὑπολογισμοῦ καί φερόμαστε ἐξουθενωτικά πρός τόν συνάνθρωπο, τόν σύνδουλό, μας.
Ἄν μπορέσουμε νά δοῦμε τούς διπλανούς μας, ὄχι σάν ξένους, ἀλλά σάν σύνδουλους ὅμοιους μ’ ἐμᾶς, μέ ὀφειλή πρός τό ὑπερούσιο πρόσωπο τῆς Ἀγάπης καί τῆς Ἀλήθειας, πρός τό ὁποῖο ὅλοι εἴμαστε ὀφειλέτες μυρίων ταλάντων, θά λειτουργοῦσαν πιό ἀνθρώπινα οἱ σχέσεις μας.
Ὁ Κύριος δίδαξε μέ τό παράδειγμά του, ὅτι ἄν λειτουργήσει ἡ καρδιά μας, ἄν στή σκέψη μας ὑπάρχει ἡ δική μας ὀφειλή πρός τόν Θεό, τότε καταλύεται κάθε διάθεση γιά ἐκμετάλλευση καί καταδυνάστευση τοῦ συνανθρώπου μας. Ὁ ἄνθρωπος πού στέκεται δίπλα μας ξεδιπλώνει κάθε στιγμή τό χρέος τῆς κοινῆς μας πορείας, ἀλλά καί τό δέος πού πρέπει νά ἔχουμε σάν ὀφειλέτες στήν ἀναφορά μας πρός τόν δεσπόζοντα τῶν ὅλων, πού εἶναι ὁ κοινός Λυτρωτής, ἀλλά καί κοινός Κύριος.
Ἡ περικοπή αὐτή ἀκόμη δίνει τή δυνατότητα νά προσεγγίσει καθένας μας τή φύση τῆς κοινωνίας ἡ ὁποία δημιουργεῖται μέσα στό ἐκκλησιαστικό σῶμα στό ὁποῖο ἐμεῖς οἱ χριστιανοί μετέχουμε. Ἡ κοινωνία αὐτή εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καί δέν ἀντιγράφει καμμιά κατάσταση ὁμαδικῆς συμβιώσεως ἀπ’ αὐτές πού ὑπάρχουν στόν κόσμο. Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά βρίσκεται μέσα στόν κόσμο, νά ἐνεργεῖ στά πλαίσια τοῦ κόσμου, δέν ἔχει ὅμως γήινη τήν προέλευση Ἡ ἀρχή της βρίσκεται στόν οὐρανό, καί σέ τελική ἀνάλυση ἀποτελεῖ τή φανέρωση τοῦ τρόπου ὑπάρξεως, τοῦ τρόπου ζωῆς τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος στόν κόσμο. Ἡ ζωή τῶν Τριῶν θείων Προσώπων εἶναι τό πρότυπο καί θεμέλιο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Τά τρία θεῖα Πρόσωπα εἶναι ἴσα καί ἰσότιμα μεταξύ τους, ἔτσι καί ὅσοι ἐντάσσονται στήν Ἐκκλησία εἶναι ἰσότιμοι. Γι’ αὐτό μέσα στά πλαίσια τῆς Ἐκκλησίας χρειάζεται νά ὑπάρχει ἡ ἀνεκτικότητα, αὐτό τό ἐπισημειώνει ὁ ἀποστόλος Παῦλος «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφεσ. 4, 2). Ἡ ἀνεκτικότητα δημιουργεῖ τήν γέφυρα στίς σχέση μέ τούς συνανθρώπους μας ἔναντι τῶν ὁποίων εἴμαστε «σύνδουλοι». Πράγματι ὅταν βιώνεται ἡ ἔννοια τοῦ συνδούλου, τότε ἐνεργεῖται ἡ «ἐν Χριστῷ κοινωνίᾳ» μέσα στά πλαίσια τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ λειτουργία τῆς ἰσοτιμίας δείχνει, ὅτι κάθε ἄνθρωπος, εἴτε λαϊκός εἴτε κληρικός εἶναι ὀφειλέτης. Ἡ ἔννοια τοῦ συνδούλου θέλει νά δηλώσει τή θέση τοῦ καθενός μας μπροστά στό Θεό καί ἀπέναντι στόν συνάνθρωπό μας. Ὅλοι μας, ποιμένες καί ποιμενόμενοι, ἔχουμε ἀνάγκη ἐξίσου τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα ἡ εὐθύνη ἐκείνου πού γνωρίζει, στήν προκειμένη περίπτωση τοῦ κληρικοῦ, δημιουργεῖ τήν ἐπιπρόσθετη ὀφειλή.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ ἀνεξικακία δημιουργεῖ τίς προϋποθέσεις γιά νά λάβουμε καί ἐμεῖς τό ἔλεος πού εἶναι στοιχεῖο ἀναγκαῖο καί γιά τή δική μας σωτηρία. «Ἡ γάρ κρίσις ἀνέλεος τῷ μή ποιήσαντι ἔλεος· κατακαυχᾶται ἔλεος κρίσεως» (Ἰακ. 2, 13), δηλαδή στήν τελική κρίση δέν θά ὑπάρχει ἔλεος γι’ αὐτόν, πού δέν ἔδειξε εὐσπλαχνία. Ἐνῶ γιά τόν εὔσπλαχνο ἡ τελική κρίση θά εἶναι θρίαμβος. Ὅσα περισσότερα συγχωρῶ, τόσα περισσότερα μοῦ συγχωρεῖ ὁ Θεός.
(πΚΦ )