Κυριακή της Πεντηκοστής
(Ἰωάν.7, 37-52, 8, 12).
Θά περίμενε κανείς, ὅτι ἡ μικρή ὁμάδα τῶν μαθητῶν μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, θά σταματοῦσε σταδιακά κάθε δραστηριότητα γύρω ἀπό τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ. Ἐμπειρικά γνωρίζουμε, ὅτι ἡ ἀπουσία τοῦ ἡγέτη σ’ ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη ὀργάνωση δημιουργεῖ φυγόκεντρες τάσεις, πού σταδιακά ἐξασθενοῦν τόν ἀρχικό ἐνθουσιασμό καί τελικά ἐξαφανίζουν τήν συγκεκριμένη προσπάθεια.
Στήν περίπτωση τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ συνέβηκε τό ἀντίθετο. Ὁ Χριστός, ἄν καί βρέθηκε ἐκτός τῆς ὁμάδος τῶν ἕνδεκα ἁπλοϊκῶν ψαράδων, ὁ ὅμιλος αὐτός ἐμφανίζει μιά δυναμική πρωτόγνωρη. Ὑπάρχει μιά τάση καί ἕνα ἐνθουσιαστικό στοιχεῖο πού ἐνεργεῑ πέρα ἀπό λογικές κατηγορίες.
Πράγματι δέκα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάληψη ἡ ὁμάδα τῶν μαθητῶν ἐμφανίζεται μπροστά στό λαό τῶν Ἱεροσολύμων μέ δυναμισμό καί σιγουριά. Ὁ “Ἄλλος Παράκλητος” πού ἐκχύνεται τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς στούς μαθητές χορηγεῖ σ’ αὐτούς ἕνα δυναμισμό πρωτόγνωρο. Οἱ φοβισμένοι καί δίχως προσόντα ἁπλοϊκοί Γαλιλαῖοι ἀρχίζουν νά διαδραματίζουν ἕνα ρόλο, πού σέ λίγο χρονικό διάστημα θά ἀλλάξει τήν παγκόσμια ἱστορική σκηνή.
Τή μοναδική ἐκείνη ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἡ ὁμάδα τῶν μαθητῶν ἐμφανίζεται στήν Ἱστορία μέ τό ὄνομα “Ἐκκλησία“. Ὄνομα, πού ἔκτοτε ἀποτελεῖ τό δηλωτικό τῆς ταυτότητος τοῦ νέου αὐτοῦ σχήματος τοῦ ὁποίου ἡ γενεσιουργός αἰτία βρίσκεται ἔξω ἀπό τά σχήματα τοῦ παρόντος αἰῶνος. Ἡ Ἐκκλησία θά εἶναι πλέον ἡ πρόσκληση τῶν ἀνθρώπων γιά ἐπανεύρεση τῆς χαμένης τους προσωπικότητος. Αὐτοί πού προσχωροῦν σ’ αὐτήν δέν θά εἶναι ἕνα ἀνώνυμο ἅθροισμα, ἀλλά κάλεσμα σέ μετάνοια, σέ ἑνότητα καί ἐν τέλει σέ προσωπική κοινωνία. Ἡ ταυτότητά της γίνεται χῶρος, ἔξω ὅμως ἀπό τίς γνωστές διαστάσεις του, πού στοχεύει νά μεταποιήσει τίς ἀτομικότητες, τίς ἀποσπασματικές μονάδες, ὅλων τῶν ἀνθρώπων σέ ἑνιαῖο σῶμα, δηλαδή σέ Ἐκκλησία.
Ἡ Ἐκκλησία δέν ἀρκεῖται στή συνάθροιση καί τήν τυπικότητα, δηλαδή τήν ἐξωτερικότητα. Οἱ συναθροισμένοι ἐν Ἐκκλησίᾳ κοινωνοῦν τή ζωή σάν ἀδελφοί, δηλαδή μέλη ἑνός ζωντανοῦ Σώματος πού τρέφονται ὄχι μόνο μέ τήν ὑλική τροφή, ἀπαραίτητη κι αὐτή γιά τή διατήρηση τῆς βιολογικῆς μας ὑποστάσεως, κυρίως ὅμως καί πρωτίστως μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Χωρίς νά ἐξαντλοῦμε τό θέμα μας, ἀξίζει νά σημειώσουμε καί τοῦτο. Ἡ Πεντηκοστή, δέν ἀποτελεῖ ὅπως λέμε, ἡμέρα στήν ὁποία ἱδρύθηκε ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία προϋπῆρχε πρό τῶν αἰώνων, πρό καταβολῆς κόσμου. Ἡ Πεντηκοστή ἀποτελεῖ τήν ἱστορική της φανέρωση, ἡ ὁποία ἔκτοτε συνεχίζει νά ἐνεργεῖ τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ μέχρι τήν τελική της κατάληξη στήν αἰωνιότητα, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Στήν Ἐκκλησία κάθε ἄνθρωπος συναντᾶ τόν συνάνθρωπό του, πέρα ἀπό συναγωνισμούς, συναντᾶ τόν Παράκλητο, βρίσκει Ἐκεῖνον πού χορηγεῖ τό πνευματικό νερό γιά νά ξεδιψάσει ἡ ὑπαρξιακή μας δίψα.
Τό χρονικό στοιχεῖο τοῦ ξεδιπλώματος τοῦ καινοῦ μέσα στό ἱστορικό γίγνεσθαι πραγματοποιεῖται μέ τήν ἡμέρα τῆς Ἰουδαϊκῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ Πεντηκοστή γιά τούς Ἑβραίους ἀποτελοῦσε τήν ἡμέρα τῆς Νομοδοσίας ἀπό τό Θεό στό Μωϋσῆ. Γιόρταζαν ἐπετειακά τήν συγκρότησή τους σέ ὀργανωμένη κοινότητα. Ὁ Νόμος, ὁ δεκάλογος, δόθηκε στόν Μωϋσῆ, σύμφωνα μέ τήν ἰουδαϊκή παράδοση, πενήντα μέρες μετά τήν ἔξοδο τους ἀπό τήν Αἴγυπτο.
Οἱ Ἑβραῖοι τιμοῦσαν τό γεγονός αὐτό μέ ἐπισημότητα. Σ’ αὐτή τήν ἑορτή κάποτε μίλησε ὁ Κύριος μας καί ἀναφέρθηκε σέ μιά ἄλλη πραγματικότητα πού τελικά ἀποτελεῖ τήν ὑπέρβαση τῶν νομικῶν διατάξεων καί ὑποχρεώσεων.
Ἔκανε ἀναφορά γιά τίς δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Ὁποίου ἡ παρουσία θά ἐπακολουθοῦσε μετά τή δική του ἔξοδο ἀπό τόν κόσμο αὐτό. Τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἄλλος Παράκλητος, θά ἀναλάμβανε τή συνέχιση καί ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου, πού Ἐκεῖνος ἤδη εἶχε ἀρχίσει. Τό Ἅγιο Πνεῦμα θά στηρίξει ὅλο τό πλέγμα τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων στό δεσμό τῆς ἀγάπης.
Στήν Ἐκκλησία ἡ Πεντηκοστή εἶναι μιά μέρα πού ἔχει μιά ξεχωριστή σημασία γιά τόν κάθε χριστιανό. Ἀποτελεῖ τήν ἱστορική φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο, ὁριοθετεῖ καί τήν ἔναρξη τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Παρακλήτου, σημαίνει τήν ἔκχυση του “ἐπί πᾶσαν σάρκα” κατά τόν προφήτη Ἰωήλ. Γιά τή δωρεά αὐτή μίλησε ὅπως ἀναφέρεται στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, πού ἀποτελοῦσε ἐπικείμενο γεγονός, τό ὁποῖο καί ἦλθε ἀμέσως μετά τό Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή Του.
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί,
Ἡ Νομοδοσία στό Σινᾶ εἶχε ἕνα ὁρισμένο σκοπό. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁριοθέτησε αὐτή τήν ἀποστολή σάν “παιδαγωγοῦ εἰς Χριστόν” (Γαλ. 3, 24). Ὁ Νόμος εἶχε τέλος του, πού εἶναι ὁ Χριστός. Τό Πνεῦμα πού ὑπόσχεται ὁ Χριστός καί ἔρχεται μέ τρόπο ἐντυπωσιακό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς παραμένει ἔκτοτε στήν Ἐκκλησία γίνεται ” ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός” γιά τόν καθένα μας πού γίνεται μέ τό βάπτισμά του μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Πεντηκοστή, ἡ προσωπική μας Πεντηκοστή, ἀποτελεῖ τήν ἐλπίδα στήν ταλαίπωρη ἀνθρωπότητα.
(πΚΦ )