Κυριακή των Αγίων Πατέρων
(Ματθ. 5, 14-19).
Τή σημερινή Κυριακή ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οἱ θεοκίνητες μορφές τους συγκρότησαν στή Χαλκηδόνα, στό Ναό τῆς ἁγίας Εὐφημίας τό 451 μ. Χ., τήν πιό πολυπληθή Σύνοδο. Ἡ μεγαλειώδης αὐτή Σύνοδος διατύπωσε τό χριστολογικό δόγμα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός διακηρύσσει, ὁ ὅρος πίστεως τῆς Συνόδου εἶναι· “τέλειος κατά τήν θεότητα καί τέλειος κατά τήν ἀνθρωπότητα, ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα κατά τήν θεότητα, ὁμοούσιος μέ ἐμᾶς κατά τήν ἀνθρωπότητα, γνωριζόμενος σέ δύο φύσεις“. Ὁ Χριστός εἶναι ἕνας. Οἱ δυό φύσεις θεία καί ἀνθρώπινη συνιστοῦν ἕνα ἀδιαίρετο πρόσωπο “εἰς ἕν πρόσωπον καί μίαν ὑπόστασιν συντρεχούσης ἑκατέρας τῆς φύσεως“. Σέ αὐτές τίς γραμμές κινεῖται ὁ περίφημος χριστολογικός ὅρος τῆς Δης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Τό εὐαγγελικό κείμενο πού διαβάζεται στή σημερινή Κυριακή εἶναι μικρό ἀπόσπασμα ἀπό τήν ” ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία” τοῦ Κυρίου μας, καί ἀναφέρεται στή σπουδαιότητα τῆς παρουσίας τῶν χριστιανῶν στόν κόσμο. Ἡ Ἐκκλησία, δηλαδή οἱ χριστιανοί στόν κόσμο εἶναι ὅ,τι ἀκριβῶς τό φῶς μέσα στό σκοτάδι. Ὁ ρόλος τοῦ κάθε πιστοῦ μοιάζει μέ ἐκεῖνο τοῦ φωτοδότη. Τό λυχνάρι μπορεῖ νά μήν εἶναι ἐντυπωσιακό, ὅμως στό σκοτάδι ἡ μικρή φλογίτσα του τό διαλύει καί μποροῦμε νά δοῦμε. Ἀκόμη γιά νά μπορέσουμε νά δοῦμε καλύτερα μέ τήν ἀχνή αὐτή φλογίτσα χρειάζεται νά τήν τοποθετήσουμε κάπου ψηλά, στό λυχνοστάτι ὥστε τό φῶς πού ἐκπέμπει νά διαχέεται σ’ ὁλόκληρο τό χῶρο. Ἔτσι εἶναι καί αὐτοί, πού διαχειρίζονται τό πνευματικό φῶς. Χρειάζεται νά ἔχουν καθαρότητα, δηλαδή φωτεινότητα, ἐπειδή στέκονται ψηλά καί σέ θέση ὑπεύθυνη, γιά νά προσφέρουν τό φῶς τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ, ὥστε διακρίνοντάς το ἀπό μακρυά ὁ ἄνθρωπος νά πορεύεται πρός τή σωστή πορεία γιά τόν οὐρανό.
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι μιά γενικότητα, οὔτε μιά ἀοριστία. Εἶναι ἕνα ὀργανωμένο σύνολο, πού ἔχει τή διδασκαλία της, τίς ἀρχές της, τή λειτουργική της δομή. Κινεῖται πάντοτε μέσα στά πλαίσια πού χάραξε ὁ Κύριος μας καί Ἱδρυτής της, στή συνέχεια οἱ Ἀπόστολοι καί φυσικά οἱ θεῖοι Πατέρες της. Οἱ ἑκάστοτε πνευματικοί πατέρες, πού ἀναλαμβάνουν τή διακονία τῆς εὐθύνης, στηρίζονται στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νά λειτουργήσουν τό εὐχαριστιακό σῶμα τῶν πιστῶν. Τότε λειτουργεῖ ἡ Ἐκκλησία σάν “κιβωτός σωτηρίας“. Ὅταν ὅμως αὐτό δέν γίνεται, τότε ἔχουμε δυσαρμονία στήν λειτουργία της καί ἐκτροπή ἀπό τά “παραδεδεγμένα“.
Οἱ χριστιανοί πρέπει νά βρίσκονται σέ ἁρμονική σχέση μέ τό φῶς, πού ἐκπορεύεται μέσα ἀπό τή λειτουργία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τότε ἀποκτοῦν τήν ἐπίζηλο τιμή νά γίνονται “τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας“, καί λουσμένοι μέσα στό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε ὅλο καί περισσότερο νά φωτοποιούμαστε καί τελικά νά ἀκτινοβολοῦμε αὐτό τό σωτήριο φῶς. Ὁ κάθε χριστιανός “τά λειτουργήματα τοῦ ἁγίου ἔχει“, σηκώνει στούς ὤμους του τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί γίνεται τελικά ἀφορμή ἤ δοξολογίας ἤ βλασφημίας τοῦ ἁγίου ὀνόματος Του. Ἰσόβια ἡ στράτευσή μας, πού ἀπαιτεῖ ὅμως καί διαρκή ἐγρήγορση γιά νά ξεπεραστοῦν οἱ μεθοδεῖες πού τό κακό ἐμφανίζει στή διαδρομή μας αὐτή. Γνωρίζουμε πώς στίς κατακόμβες τῆς διωκομένης Ἐκκλησίας ὑπῆρχαν διάφορα σύμβολα μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί ὁ λαγός. Μέ αὐτό τό σύμβολο ἤθελαν οἱ πρῶτοι στρατευμένοι χριστιανοί νά δείξουν τήν ἀγωνία καί τήν ἐγρήγορση τοῦ χριστιανοῦ, στοιχεῖα μέ τά ὁποῖα ζεῖ τό μικρό τετράποδο.
Βέβαια δέν ξέρω ἄν ἐμεῖς, τή στιγμή αὐτή μποροῦμε νά συνειδητοποιήσουμε αὐτή τήν ἐξαιρετικά μεγάλη τιμή πού μᾶς γίνεται νά εἴμαστε δηλαδή φωτοδότες τοῦ ἀκτίστου φωτός τοῦ Θεοῦ, σέ μιά ἐποχή μάλιστα πού ὅλοι ψάχνουμε τό κτιστό, τεχνικό, καί πρόσκαιρο φῶς τῆς γήινης ζωῆς μας. Τό φῶς τοῦ Θεοῦ μόνο αὐτό δίνει στόν ἄνθρωπο τή δυνατότητα νά βαδίζει ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς. Χωρίς τό φῶς τοῦ Θεοῦ βρισκόμαστε στήν κυριαρχία τοῦ θανάτου.
Λέγεται πώς στήν ἀρχαία Ρώμη οἱ Ἑστιάδες εἶχαν ἐπωμισθεῖ τήν εὐθύνη νά διατηροῦν ἄσβεστη τήν ἱερή φωτιά (ἱερό πῦρ). Ἄν ἀμελοῦσαν τό καθῆκον τους αὐτό τούς ἐπέβαλαν τήν ποινή τοῦ ραβδισμοῦ μέχρι θανάτου. Εὐθύνη ἀσύγκριτα πιό ἱερή καί πιό μεγάλη ἔχουμε ἀναλάβει ἐμεῖς οἱ χριστιανοί νά διατηροῦμε ἄσβεστο τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Αὐτή τή πραγματικότητα σχολιάζοντας ὁ ἱερός Χρυσόστομος θά σημειώσει· “Ἐγώ μέν ἧψα τό φῶς, τό δέ μεῖναι καιόμενον τῆς ὑμετέρας γενέσθω σπουδῆς, οὐ δι’ ὑμᾶς αὐτούς μόνον, ἀλλά καί διά τούς μέλλοντας τῆς αὐγῆς ἀπολαύειν ταύτης καί πρός τήν ἀλήθειαν χειραγωγεῖσθαι“.
Τό φῶς τό φυσικό, παρά τήν ὠφελιμότητά του, ἔχει μιά μεγάλη διαφορά ἀπό τό φῶς πού ἐκπέμπει ὁ Χριστός καί πού χορηγεῖ τήν “ὄντως ζωή“. Ὅποιος λούζεται μέσα στό φῶς αὐτό νικᾶ καί τό βιολογικό θάνατο καί γίνεται γιός τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Κύριος μας μέσα ἀπό τήν εὐαγγελική διδαχή του δίνει σαφή τήν παραγγελία νά πορευόμαστε στή ζωή μας “ὡς τέκνα φωτός“. Στήν πνευματική μας ζωή, πού πρέπει νά εἶναι καθημερινή μέριμνά μας, δέν μποροῦμε νά κάνουμε βηματισμούς χωρίς τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πλάνη καί ἡ παραπλάνηση θά εἶναι ἀπό τά πρῶτα ἐπακόλουθα τῆς πνευματικῆς μας σκοτοδίνης. Ἡ πορεία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους θά θρηνοῦσε στά πνευματικά της συντρίμμια, ἄν δέν μᾶς χάριζε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τόν φωτοδότη Θεάνθρωπο Κύριο. Ἔτσι ὁ χριστιανός εἶναι διπλά εὐλογημένος γιατί ἐνῶ δέχεται ὀ ἴδιος τό φῶς, γίνεται ταυτόχρονα “φῶς τοῖς ἐν σκότει πορευομένοις“. Συγκλονιστικά παραδείγματα οἱ ἅγιοι Πατέρες. Λάμπουν στούς αἰῶνες καί φωτίζουν ὅλους τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Μέσα ἀπό τή μελέτη τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ὅπως αὐτή διατυπώθηκε ἀπό τή θεόπνευστη διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας μποροῦμε καί σήμερα παρά τά τεχνολογικά ἐπιτεύγματα τῆς ἐποχῆς μας νά ξαναδοῦμε τίς σωστές διαστάσεις τοῦ ἀνθρώπου πού πολλές φορές χάνεται μέσα στά πολυποίκιλα ὑπαρξιακά του ἀδιέξοδα. Νά δοῦμε μέσα ἀπό τή διδαχή τους τόν Θεάνθρωπο νά ἑρμηνεύει τόν ἄνθρωπο. Οἱ μορφές τους φωτεινές ἀπ’ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ γίνονται ὁδηγοί μας. Καί ὅλοι μας χρειαζόμαστε πνευματικούς Πατέρες πού θά γίνονται οἱ ὁδηγοί μας στόν πνευματικό μετασχηματισμό τῆς φρικτῆς ἐποχῆς μας.
(πΚΦ )