Τελώνου & Φαρισαίου (2003)
(Λουκ. 18, 10-14).
Στό ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπάρχουν οἱ σταθερές ἑορτές, οἱ ὁποῖες ἔχουν καθορισμένη ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ, καί οἱ λεγόμενες κινητές πού ἑορτάζονται σέ διαφορετικές ἡμέρες κατά τή διάρκεια τοῦ χρόνου. Οἱ κινητές ἑορτές περιστρέφονται γύρω ἀπό τό Πάσχα, ὅπως τό πλανητικό μας σύστημα, γύρω ἀπό τόν ἥλιο. Τό Πάσχα, ὅπως γνωρίζουμε, δέν ἔχει σταθερή ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ, ἀλλά ἐξαρτᾶται ἀπό τό λεγόμενο κύκλο τῆς σελήνης, καί κινεῖται χρονικά ἀπό 5 Ἀπριλίου μέχρι 8 Μαΐου. Ἀποτέλεσμα τό Πάσχα καί οἱ ἑορτές πρίν ἀπ’ αὐτό, ἀλλά καί μετά ἀπ’ αὐτό νά χαρακτηρίζονται ὡς κινητές καί ἔχουν μιά διάρκεια 19 ἑβδομάδων. Οἱ δέκα ἑβδομάδες πρίν ἀπό τό Πάσχα ἀνήκουν στόν προετοιμασιακό κύκλο καί βρίσκονται καταχωρημένες στό λειτουργικό βιβλίο πού ὀνομάζεται Τριώδιο. Στό Τριώδιο ἀνήκει καί ἡ περίοδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μετά τό γιορτασμό τοῦ Πάσχα ἀκολουθοῦν 9 ἑβδομάδες, λουσμένες στό πασχάλιο φῶς καί εἶναι καταχωρημένες στό ἄλλο λειτουργικό βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τήν ὀνομασία Τριώδιο τῶν Ρόδων ἤ Πεντηκοστάριο, ὅπως τό γνωρίζουμε σήμερα οἱ περισσότεροι.
Μιά καί σήμερα μᾶς ἀξιώνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νά διαβοῦμε τό κατώφλι τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν κινητῶν ἑορτῶν, ἄς κάνουμε μιά μικρή ἀναφορά στό θεματολόγιο τῶν τεσσάρων Κυριακῶν, πρίν ἀπό τήν εἴσοδο μας στήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τά θέματα τῶν Κυριακῶν αὐτῶν, εἶναι μέ τέτοιο τρόπο σπονδυλωμένα, πού στόχο τους ἔχουν νά βοηθήσουν τήν πνευματική προσπάθειά μας γιά τόν εἴσοδο στό δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν ἑορτασμό τοῦ σταυρο-αναστασίμου γεγονότος.
Σήμερα, (ἀρχή τοῦ Τριωδίου), σάν εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχει καθιερωθεῖ ἀπό τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία ἡ γνωστή παραβολή τοῦ “Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου“. Ἡ περικοπή αὐτή δίνει τήν ὀνομασία στήν Κυριακή καί φυσικά στήν ὑμνογραφία της. Ἡ ἑπομένη Κυριακή ὀνομάζεται “Κυριακή τοῦ Ἀσώτου“. Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ γνωστή παραβολή καί ἀπ’ ἐκείνη ἀντλοῦν τό θεματολόγιό τους οἱ ὑμνογραφικές συν-θέσεις τῆς ἡμέρας. Ἡ τρίτη στή σειρά λέγεται τῶν “Ἀπόκρεω” διαβάζεται ἡ περικοπή τῆς μελλούσης κρίσεως, ἐνῶ ἡ τετάρτη Κυριακή πού λέγεται καί τῆς Τυρινῆς προβάλλονται τά στοιχεῖα πού πρέπει νά διακρίνουν τόν πιστό χριστιανό καθώς εἰσοδεύει στό στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Γιά τίς Κυριακές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού σήμερα ἔχουν μιά ἄλλη θεματολογία θά χρειασθεῖ νά ἀναφερθοῦμε σ’ αὐτές προσεχῶς.
Ἡ Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου εἶναι ἡ πρώτη στή σειρά καί σ’ αὐτή σήμερα στεκόμαστε.
Ἀπό τό παρελθόν πολλοί ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες, ἀλλά καί μέχρι σήμερα δοκιμώτεροι κήρυκες, ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέ τά δυό πρωταγωνιστικά πρόσωπα σχολιάζοντας καί ὑπογραμμίζον-τας τά στοιχεῖα ἐκεῖνα, πού προσφέρονται στήν ὕπαρξή μας ὡς πολύτιμος μαργαρίτης διδαχῆς. Μέσα λοιπόν, ἀπό αὐτό τόν πλοῦτο τῶν ἁγίων διδαχῶν τους ἐμεῖς ἁπλά ἐπισημειώνουμε κάποια στοιχεῖα.
Ὁ Φαρισαῖος, ἔχει μιά θρησκευτικότητα τῶν τύπων. Στήν καθηεμερινή του ἀναστροφή παρουσιάζεται ἀδίστακτος. Ἐπιχειρεῖ τά πάντα μέσα ἀπό συμφεροντολογικές ἐπιδιώξεις. Ἔχει ὅμως καί ἕνα προσωπεῖο πού τό φορεῖ τό Σάββατο, ὅταν βρεθεῖ, τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, μπροστά στό Θεό. Ὁ τύπος αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἄν εἴμαστε εἰλικρινεῖς μέ τόν ἑαυτό μας, τόν βλέπουμε νά καθρεφτίζεται καί στό δικό μας θρησκευό-μενο πρόσωπο. Θέλουμε νά πείσουμε ὅλους, ἀλλά καί τό Θεό γιά τή γνησιότητα τῶν ἀρετῶν μας. Ὅμως τό προσωπεῖο τῆς ὑποκρισίας ἤ τῆς σεμνοτυφίας, πού κάθε στιγμή περιφέρουμε γιά νά ἀποσπάσουμε θαυμασμό τελικά μπορεῖ νά πείθει κάποιους, ὄχι ὅμως καί τόν ἑαυτό μας. Τελικά ὁ φαρισαϊσμός μας συνοδεύει τή ζωή μας σέ μιά αὐτογελιοποίηση πού σέ κάποιες ἀναλαμπές συνειδησιακῆς κρίσεως ἐλέγχει ἀδυσώ-πητα τό εἶναι μας.
Ὁ Τελώνης εἶναι ὁ ἁμαρτωλός. Ὁ τρόπος ζωῆς του ἐκτυλίσσεται μέσα στή εἰσπρακτκή βουλιμία. Ἀδυσώπητος στόν ἀδύναμο, διαλλακτικός στόν ἰσχυρό. Χωρίς μεταφυσικές ἀναζητήσεις.
Σήμερα ὅμως βρίσκεται μπροστά στό Θεό. Ἀσφαλῶς σέ ἕνα ξύπνημα τῆς συνειδήσεώς του τολμᾶ τήν πράξη τῆς προσευχῆς. Πετᾶ τοῦ τελωνίου τόν ζυγό καί ξεντύνεται ἀπό τήν καθημερινή ἀπληστία του καί ἀναζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μιά προσωπικότητα ἀτόφια, χωρίς φτιασίδια. Μέ τίς ἁμαρτίες καί τήν ἀπροσποίητη εἰλικρίνειά του μπροστά στό Θεό. Δέν ὡραιοποιεῖ τήν προσωπική του πορεία. Μέ συντριβή ἐπιδιώκει λύση ἀπό τό συνειδησιακό του χάος. ζητεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ: «οὐδέ τούς ὀφθαλμούς εἰς τόν οὐρανόν ἐπᾶραι· ἀλλ’ ἔτυπτεν εἰς τό στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Ἡ φωνή του, φωνή εἰλικρινείας καί ἀληθινῆς μετάνοιας ἀγγίζει τό ἀπύθμενο βάθος τοῦ θείου ἐλέους, κατακτᾶ τή δικαίωσή του. Ὁ Τελώνης καί μέσα στήν ἁμαρτωλότητά του διατηρεῖ μιά εἰλικρίνεια. Τό στοιχεῖο αὐτό τόν κάνει συμπαθή. Τό μοτίβο τῆς εἰλικρινοῦς συντριβῆς δημιουργεῖ τήν ἐλπίδα ἰάσεως, «τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διά παντός». Στήν κατάσταση αὐτή ἐκχέεται πλούσιο τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Δυό δείγματα ἀνθρώπων μᾶς προκαλοῦν σέ μιά αὐτοεξέταση εἰλικρινείας, ἀλλά καί ἀποφάσεων, γιά τήν πνευματική μας πορεία γιά τή συνάντησή μας μέ τόν Χριστό.
Ἡ ἐποχή μας, πού ἐμεῖς ὅλοι τή συγκροτοῦμε, χαρακτη-ρίζεται ἀπό ἀλαζονική ἔπαρση. Εἶναι πληθωρικός ὁ φαρισαϊ-σμός, ὁ ὁποῖος πνίγει ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς μας. Τά πολλά καί ποικίλα ἐπιτεύγματα πού ἔχουμε κατακτήσει μᾶς κάνουν νά κομπορημονοῦμε καί μέσα στό παραλήρημα μας διαλα-λοῦμε τήν αὐτοθέωσή μας. Ὁ παραλογισμός αὐτός εἶναι μιά ἀρρώστεια, πού ἔχει ἤδη τήν καταβολή της στήν προπατορική ἁμαρτία.
Ἀπό τότε ξεχνοῦμε τήν μεγάλη ἀλήθεια τῆς ρευστότητος ὅλων τῶν ἐγκοσμίων. Λησμονοῦμε τόν καθοριστικό ρόλο τοῦ Θεοῦ, πού κατευθύνει τήν πορεία ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Ὁ φαρισαϊκός τρόπος ζωῆς μας ἐμφανίζει ἐν πολλοῖς τό μέγεθος τῆς ἀσέβειάς μας. Εἶναι ἄπειρες οἱ φορές πού μέ προκλητικότητα στεκόμαστε μπροστά στό Θεό καί ἀναμετροῦμε τήν ἄβυσσο τοῦ θείου, μέ τήν ἄβυσσο τῆς δικῆς μας ἀλαζονείας καί ἐπάρσεως.
Ἀδελφοί,
Μπορεῖ κάποτε, κάποτε, νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία, νά μιλοῦμε γιά χριστιανικά πράγματα, ἤ ἀκόμη νά δηλώνουμε ἐνυπόγραφα τήν ἰδιότητά μας. Ὅμως ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας φανερώνει, πόσο μακριά βρισκόμαστε, ἀπό τήν πραγματι-κότητα ἐκείνη πού ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει καί ἐπιδιώκει νά εἴμαστε. Τό ἦθος τῆς ζωῆς μας ἐμφανίζεται νά κινεῖται στήν ἐγωκεντρικότητα ἡ ὁποία τελικά μᾶς ἀποξενώνει ἀπό τήν τελωνική ἐπίγνωση, ὁποία βιώνεται μόνο μέσα ἀπό τήν ξεχασμένη ταπείνωση, ἡ ὁποία μᾶς βοηθάει νά ἀποδεχθοῦμε τήν παρουσία καί τό σεβασμό τοῦ ἄλλου.
Ὁ φαρισαϊσμός μᾶς κάνει νά μή νοιώθουμε τήν ἀνάγκη νά ζητήσουμε τό λυτρωτικό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα ἡ ταπείνωση κινεῖ τήν καρδιά μας νά ψυθιρίσει τό: “ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ“.
(πΚΦ)