ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ – Κυριακή 27-4-2008

από π.Κ. Φιοράκης
269 αναγνώσεις

ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ - Κυριακή 27-4-2008

( Πράξ. 1, 1-8 ).

    Ἡ ἀναστάσιμη πανδαισία, εἶναι γεγονός πώς γεμίζει τήν ὕπαρξή μας, ἀλλά καί ὁ κόπος τῆς ἀγρυπνίας ὅσων βρισκόμαστε στή μεταμεσονύκτια λειτουργία, κάνει πολλές φορές νά μήν προσέχουμε πολύ τά ἀναγνώσματα τῆς πασχαλινῆς λειτουργίας. Οὔτε τόν «πρῶτον λόγον», ἀπόστολος, οὔτε τό εὐαγγελικό μέ τήν ἐκπληκτική περί τοῦ Λόγου Θεολογία του. Ἔτσι δέν μποροῦμε νά μποῦμε στό βάθος τῶν «λόγων», πού ἐξαγγέλλονται, καί στούς ὁποίους κυριαρχεῖ ὁ «καλός λόγος», δηλαδή τό «Χριστός Ἀνέστη», πού ψάλλουμε πληθωρικά τούτη τή βραδυά.

    Ὁ «πρῶτος λόγος» μέ τόν ὁποῖο ἀρχίζει ὁ σημερινός ἀπόστολος μᾶς παραπέμπει στό εὐαγγελικό κείμενο, πού ἔχει καταγράψει ὁ συγγραφέας τῶν Πράξεων καί πού φυσικά ὁριοθετεῖ τά ὅσα ἔπραξε ὁ Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος ἔγινε σάρκα, ἄνθρωπος τέλειος, καί μπῆκε στή ζωή μας. «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. 1, 14) θά σηματοδοτήσει ὁ θεολογῶν εὐαγγελιστής. 

   Ἀλλά ἄς δοῦμε κάποια σημεῖα τοῦ ἀποστολικοῦ κειμένου. Ὁ ἀπόστολος τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα περιλαμβάνει τά πρῶτα ὀκτώ ἐδάφια τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων. Συγγραφέας τοῦ βιβλίου εἶναι ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς. Σημειώνοντας τίς πρῶτες λέξεις τοῦ κειμένου τοῦ βιβλίου του καταλαβαίνουμε ὅτι ὁ «πρῶτος λόγος» εἶναι τό Εὐαγγέλιο πού κατέγραψε.

     Τό Εὐαγγέλιο εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πού βγαίνει μέσα ἀπό τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀποκορύφωμα αὐτοῦ τοῦ ἔργου εἶναι ἀσφαλῶς τό «σωτήριον πάθος καί ἡ ζωηφόρος Ἀνάστασις». Μέ τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τελειώνει τό ἔργο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Λόγου. Ὅμως δέν τελειώνει μέχρι ἐκεῖ. Θά ἦταν ἡμιτελές ἄν ἔμενε μέχρι στά γεγονότα αὐτά. Θά ἦταν μιά ἱστορία, πού ἴσως, ἴσως θά τήν διαβάζαμε, καί θά ἀποτελοῦσε μιά διήγηση εὐχάριστη μέν, ἀνέγγικτη δέ γιά καθένα μας.

    Ἄν δέν εἶχε συνέχεια τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας, πόσο στ’ ἀλήθεια ἀπελπιστική θά κυλοῦσε ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν κόσμο; Ἄν ἡ φροντίδα τοῦ Θεοῦ δέν ἔδινε συνέχεια στά γεγονότα αὐτά, πού συνεχίζονται μέσα ἀπό τήν ἱστορική φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ μεγέθους ἐκείνου μέσα στό ὁποῖο μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά σωθεῖ, καί νά ἀπολαύσει τίς δωρεές τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἄν δέν ὑπῆρχε τότε «ἐλεεινότεροι πάντων τῶν κτισμάτων». Ὅμως τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ δέν τελειώνει. Συνεχίζεται μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων καί πέρα ἀπ’ αὐτήν, ἐφόσον τῆς «βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος».

    Τό ἔργο αὐτό ἀρχίζουν σήμερα νά τό ξετυλίγουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, τά ὅσα δηλαδή ἐνεργήθηκαν μετά τήν Ἀνάσταση καί Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, μέ τούς Ἀποστόλους νά κινοῦνται ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός τόν κόσμο καί τήν ἀθλιότητά του. Καί ναί μέν τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο εἶχε συγκεκριμένη διάρκεια, τά δωρήματα πού προέκυψαν «παραδίδονται», προσφέρονται ὡς «παρακαταθήκη» γιά τόν κάθε ἄνθρωπο, πού ὅμως πρέπει νά συνεργήσει ὁ ἴδιος γιά νά γίνει μέτοχός τους.

    Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἔγιναν Ἀπόστολοί του καί ἐκτός τό προφορικό κήρυγμα, καταγράφαν ὁρισμένοι καί κείμενα γιά ἀσφαλή πορεία, ὥστε καί μέσα ἀπό τά γραπτά νά καθοδηγοῦνται οἱ πιστοί στή θωράκιση τῆς πίστεώς τους. Ὁ Λουκᾶς λ.χ. τό καταγράφει αὐτό στό «δεύτερο λόγο», πού ἀργότερα ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἔδωσε τήν ὀνομασία «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων». Τά δυό κείμενά του ὁ Λουκᾶς τά γράφει γιά κάποιο Θεόφιλο, τόν «κράτιστο Θεόφιλο», πού τοῦ ζητοῦσε γραπτή τή μαρτυρία τῶν ὅσων προφορικά κατηχήθηκε. Αὐτό ἄλλωστε δηλώνεται στά προλογικά τοῦ «πρώτου λόγου»· «ἵνα ἐπιγνῷς περί ὧν ἐκατηχήθης λόγων τήν ἀσφάλειαν» ( Λουκ. 1, 4).

    Ὅλη ἡ Κατήχηση τῶν Ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἀσφαλή διδασκαλία γιά τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως καί πού οἱ Μαθητές τοῦ Χριστοῦ τό ἔζησαν μέ πίστη καί προσπαθοῦν τήν πίστη τους νά τή μεταγγίσουν σέ ἀνθρώπους πίστεως.

    Τό θαῦμα τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ προσεγγίζεται μόνο μέ τήν πίστη. Εἶναι σφραγισμένο σ’ ὅποιους προσπαθοῦν μέσα ἀπό λογικές κατηγορίες νά ψάξουν τό πῶς τῆς Ἀναστάσεως. Τό θαῦμα προσκυνεῖται. Σάν γεγονός ὑπερβαίνει τήν ἔρευνα «οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευνα», ξεδιπλώνεται μόνο σ’ ἐκείνους πού μέ πίστη τό προσκυνοῦν. Καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τήν προσκυνοῦν ἀμέτρητα πλήθη ἀνθρώπων, πού ὄχι μόνο δέχθηκαν, ἀλλά ἔκαναν καί ζωή τους τήν πίστη αὐτή φθάνοντες καί μέχρι θυσίας τῆς ζωῆς τους. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεμελιωθεῖ πάνω στή βεβαιότητα αὐτή. Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, ἡ ἄθληση τῶν Μαρτύρων, ἡ ἄσκηση τῶν ὁσίων Ἀσκητῶν, ὁ κόπος τῶν Δικαίων, ἡ προσδοκία τῶν πιστῶν, βρίσκουν τή δικαίωσή τους στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.

    Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς γράφει τίς Πράξεις καί μέσα σ’ αὐτό τό κείμενο φαίνεται καθαρά πώς μέ τήν Ἀνάσταση τελειώνει τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, «ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καί διδάσκειν» καί ταυτόχρονα εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς ἀναπλάσεως καί ἀνακαινίσεως τοῦ κόσμου 

    Ἐμεῖς σήμερα ζοῦμε σέ μιά ἐποχή, πού ἐξωτερικά τουλάχιστον δέν εἶναι ὑπάρχει κίνδυνος διώξεων γιά τήν πίστη, ἔχουμε ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ἐμπεδομένη τήν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, ὅμως ἡ προσωπική μας πίστη εἶναι ἀναιμική, ριχή καί δέν γνωρίζω ἄν ἐμεῖς σήμερα, πού γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας ποιές πράξεις θά προσκομίζαμε στό Ἐκκλησιαστικό γεγονός.

    Ψάλλουμε τό «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι». Ἡ «θέα» τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά τυπικότητα, εἶναι βίωμα ζωῆς, ἐμπειρία τῶν ὑπεραίσθησιν. ἔλεγχος πραγμάτων ἀδιαπραγματεύτων μέ λογικά κατηγορήματα. Στίς ἀναστάσιμες ὧρες ἄς ἀφήσουμε τήν καρδιά μας ἀνοιχτή. Χρειάζεται νά πλημμυρίσει ἀπό τό ἀνέπερο φῶς.

    Ὄχι μόνο νά ἀνάψουμε τή λαμπάδα πού κρατοῦμε στό χέρι, μά προπάντων ν’ ἀνάψουμε τήν καρδιά μας. Ἀμήν.

(πΚΦ )

 

(επιστροφή στις Αποστολικές Περικοπές του 2008)

Διαβάστε Επίσης :

Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit. Ut elit tellus, luctus nec ullamcorper mattis, pulvinar dapibus leo.

Copyright @ 2013 – 2024 – fiorakis.orgfos-ilaron.gr | All Right Reserved 

DMCA.com Protection Status