Ἁγ. Χαραλάμπους - Κυριακή 10-2-2008
( Β’ Τιμ. 2, 1-10 ).
Ἡ ἀγωνία ἦταν ριζωμένη στήν καρδιά τοῦ φυλακισμένου ἀποστόλου. Ἡ μέριμνα γιά τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες συνεχής. Ἡ ἔγνοιά του γιά τούς συνεργάτες του, καί γιά τούς λοιπούς ὑπευθύνους (ποιμένες), πού εἶχε ἐγκαταστήσει σέ πόλεις καί περιοχές, γιά νά στηρίζουν τήν Ἐκκλησία τώρα στά πρῶτα της βήματα, παρέμενε ἄσβεστη .
Αὐτή τήν ἀνησυχία του τήν ὑπενθύμιζε διαρκῶς σέ κάθε του βῆμα. Τό βλέπουμε ξεκάθαρα ὅταν γράφει λ.χ. στόν ἄλλο στενό του συνεργάτη, τόν Τίτο, στό ὁποῖο ὑποδεικνύει αὐτή τήν μεγάλη του ἔγνοια: «τούτου χάριν κατέλιπόν σε ἐν Κρήτῃ». Ἡ μέριμνα, λοιπόν πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι ἡ ἀγωνία του καί γι’ αὐτό δέν δίνει «ὕπνον τοῖς βλεφάροις καί ἀναύπασιν τοῖς κροτάφοις του».
Τό ἄγρυπνο πνεῦμά του προσπαθεῖ νά συντονίζει τά πάντα, ὥστε ὅλα νά πάλλονται στή συχνότητα, πού ἐκπέμπει ὁ Παράκλητος.
Τόν Τιμόθεο, πνευματικό του ἀνάστημα τόν ἔχει ἐγκαταστήσει, παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του ἐπίσκοπο στήν Ἔφεσο. Ἡ Ἐκκλησία της καινούργια κι αὐτή σέ ἡλικία εἶναι ἀντιμέτωπη μέ πολλά προβλήματα. Ἡ πολυάνθρωπη πόλη εἶναι σταυροδρόμι καί πολλές ἰδεολογίες καί ρεύματα πολυποίκιλα τή διατρέχουν, καί ὁ Τιμόθεος νέος στήν ἡλικία θέλει στήριξη καί καθοδήγηση. Ἔτσι στίς δυό ἐπιστολές, πού τοῦ ἀπευθύνει φανερώνεται ἡ ἀγωνία του, ὄχι γιατί ὁ Τιμόθεος δέν ἔχει ἱκανότητες, ἀλλά γιατί εἶναι νέος στήν ἡλικία καί ἡ νεοπαγής Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου πρέπει νά στερεωθεῖ καί νά αὐξηθεῖ. Τόν προτρέπει νά τρέφεται μέ τά ζωντανά λόγια τῆς πίστεως καί τῆς καλῆς διδασκαλίας, πού ἄκουσε κοντά του, γιά νά εἶναι σέ θέση νά τρέφει σάν καλός ποιμένας καί τό λογικό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, «καί ἅ ἤκουσας παρ’ ἐμοῦ… ταῦτα παράθου καί πιστοῖς ἀνθρώποις».
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πνευματική τροφή, πού στηρίζει καί ἐνδυναμώνει, ἀλλά καί ξεκουράζει καί παρηγορεῖ τόν ἄνθρωπο. Μόνο πού ὁ λόγος αὐτός πρέπει νά εἶναι καθαρός καί ἀνόθευτος. Αὐτό ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά αὔξηση καί καρποφορία. Καί στό τότε, ἀλλά καί στό σήμερα νά νοθεύεται ἀπό πολλούς διαστροφεῖς «ἡ ὑγιής» διδασκαλία, καί ἀντί νά αὐξάνει στίς ψυχές νά τίς δηλητηριάζει πνευματικά.
Στήν σημερινή ἐποχή μας ὑπάρχει μιά ἔλλειψη, ὄχι λόγου, ἀλλά τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας. Καί παρά τό γεγονός ὅτι εἶναι πληθωρικός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, γραπτός καί προφορικός, ἐν τούτοις ὑπάρχει πνευματική ἔνδεια. Καί αὐτό γιατί πολλοί χριστιανοί παρασυρμένοι ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως, δυστυχῶς δέν μελετοῦν σέ βάθος τά ἱερά γράμματα. Γιά τό γεγονός αὐτό εὐθύνονται πολλοί. Μέ πρώτους καί καλύτερους τή χαλάρωση τῶν ἠθῶν, τήν ἀδιαφορία γιά πνευματική ζωή, πού τήν ὑποθάλπει ἡ καταναλωτική μας βουλιμία. Νά σημειωθεῖ ἐπιπροσθέτως καί τοῦτο, ἐνῶ ἀφθονοῦν τά βιβλία καί τά κηρύγματα, πού προσφέρουν λόγο γιά τό Θεό, τελικά δέν γίνεται τίποτε παρά μιά πληθωριτική ὑπερπαραγωγή δίχως πνευματικό κέρδος. Καί τίς πιό πολλές φορές παρουσιάζεται ἕνας ἐμπαθής ἀνθρώπινος λόγος, πού δέν ἔχει φυσικά τή δύναμη νά παρηγορήσει, νά στηρίξει, καί ν’ ἀναγεννήσει τον ἄνθρωπο.
Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή ὅπου ἡ κοσμικότητα ἔχει πάρει ἀπόσμενες καί ἐπικίνδυνες, θά λέγαμε, διαστάσεις. Τή βλέπουμε νά κατατρώγει ὡς τό βάθος μεδούλι τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς μας. Καί σ’ αὐτό εὐθύνεται καί ὁ ρηχός μας λόγος, πού πολλές φορές εἶναι, ἄχρωμος, ἄοσμος, ἄγευστος, καί ὄχι λόγος Θεοῦ. Δέν πρέπει βέβαια νά συγχέουμε τό λόγος περί τοῦ Θεοῦ, μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀσύμπτωτες ἔννοιες. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι καρπός ἐμπειρίας καί θεοπτίας.
Ὁ Τιμόθεος ἔζησε κοντά στό μεγάλο Ἀπόστολο καί μπόρεσε μέσα ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά καλλιεργεῖ τό χάρισμά του, τή διακονία πού ἔλαβε, ὥστε νά δίνει σ’ ὅλους τήν καλή «ἀπολογίαν τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α’ Πέτρ. 3, 15).
Καί σήμερα ὅλοι ἐμεῖς μέσα ἀπό τό γνήσιο λόγο τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ τό αἰσθητήριο μας νά τό συντονίζουμε στή γνήσια συχνότητα ἐκπομῆς, μποροῦμε νά ἀναζωπυρώνουμε τή φλόγα καί τοῦ δικοῦ μας χαρίσματος, πού μᾶς προσφέρει τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού στό τέλος, τέλος ἀποσκοπεῖ στή δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ χριστιανός τῆς ἐποχῆς μας, πρέπει νά ξαναβρεῖ τή γνησιότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐλπίδος του. Δέν εἶναι ἀνενεργός ὁ πιστός, οὔτε ἀπόκοσμος, δίχως δύναμη. Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ πάντοτε ἀποκτᾶ τήν ἀνδρεία τοῦ πνεύματος, καί μπορεῖ νά βιώνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἴτε μέσα στίς δύσκολες περιστάσεις τοῦ κόσμου, σάν ἔγγαμος, εἴτε μέ τίς ἑκούσιες στερήσεις, τήν ἄσκηση καί προσευχή γιά ὅλους καί γιά ὅλα μέσα στήν ἔρημο, σάν μοναχός.
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος, πού γιορτάζουμε τή μήμη του σήμερα στάθηκε τύπος καί ὑπογραμμός στή ζωή του, καί τήν κρίσιμη ὥρα τοῦ μαρτυρίου του τήν ἐπισφράγισε μένοντας πιστός στά ὅσα ἄκουσε καί στά ὅσα δίδαξε.
Σήμερα ἐμεῖς μέ μόνη τήν προσευχή μας, καί τό σταθερό ἐγκεντρισμό μας στήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική μας παράδοση, μποροῦμε ν’ ἀλλάξουμε ὅλο τόν κόσμο. Δύσκολο, ὄχι ὅμως ἀκατόρθωτο. Μᾶς τό διδάξει ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, «νά προσεύχεσαι γιά ὅλο τόν κόσμο εἶναι σάν νά χύνεις αἷμα».
(πΚΦ )