Κυριακή 11 Απριλίου 2010
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
(Πραξ. 5, 12-20)
H Ζωή της Κοινωνίας των Αγίων
Στήν Πασχαλινή περίοδο ἡ Ἐκκλησιαστική λειτουργική μας παράδοση ἔχει καθιερώσει τά ἀναγνώσματα τῶν ἀποστολικῶν περικοπῶν νά τά ἀντλεῖ ἀπό τό βιβλίο τῶν Πράξεων. Τό βιβλίο αὐτό γραμμένο ἀπό χέρι τοῦ εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ κάνει τήν ἐξιστόρηση τῶν γεγονότων μετά τήν Ἀνάσταση καί περισσότερο ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ποιά ἦταν ἡ πορεία τῶν γεγονότων; ἔσβυσε τό θέμα Χριστός ἤ ὑπῆρξε συνέχειά του μέσα στήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Ἡ παράδοση μᾶς βεβαιώνει πώς ἡ δυναμική τοῦ Ἰησοῦ συνεχίστηκε. Τό πῶς της τό μαθαίνουμε μέσα ἀπό τήν καταγραφή τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.
Εἶναι αὐτονόητο ὅτι τό καινούργιο μέγεθος πού ἀρχίζει νά κάνει τήν ἐμφάνισή του δέν ἔτυχε τῆς καλύτερης ὑποδοχῆς. Μάλιστα ἡ περιοχή πού πρωτακούστηκε ἔδειξε τόση ἐχθρότητα στόν κομιστή καί θεμελιωτή αὐτῆς τῆς νέας πραγματικότητος, πού θά ἀνέμενε κανείς τό κλείσιμό της.
Ἡ δυσκολία τοῦ ἐγχειρήματος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο ξεκινοῦσε ἀπό τό ἴδιο τό μήνυμα, πού δέν εἶναι μόνο μιά θεωρία, μιά φιλοσοφία, ἀλλά ἕνας νέος τρόπος ζωῆς στήν κατατραυματισμένη ἀπό τήν πτώση ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Ὁ Χριστός, καί ὅπως γνωρίζουμε ὅλοι δέν εἶναι ἕνας φιλόσοφος ἤ ἕνας ἱδρυτής μιᾶς θρησκευτικῆς κοινότητος δίπλα στίς τότε ὑπάρχουσες. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἐνσαρκωμένος Θεός καί Λόγος τοῦ Πατρός, πού ἔρχεται στόν κόσμο προσκαλώντας τόν ἄνθρωπο νά μετέχει σ’ ἕνα νέο τρόπο ζωῆς, προεκιμένου μέσα ἀπ’ αὐτόν νά ἐπαναποκτηθεῖ ἡ ἀκεραιότητα τῆς καθολικῆς φύσεως. Ἡ πραγμάτωση αὐτή ἀρχίζει ἀπό τό μέγεθος πού ὀνομάστηκε Ἐκκλησία.
Μετά λοιπόν τήν Πεντηκοστή ἤδη ἔχουμε τούς πρώτους ἀποδέκτες αὐτῆς τῆς καινούργιας ἀρχῆς. Οἱ Ἀπόστολοι μέ τρόπο σοβαρό καί ὑπεύθυνο ἀναλαμβάνουν τήν ἐξαγγελία. Στό σχῆμα αὐτό παρά τίς δυσκολίες εἰσέρχονται πλήθη ἀνθρώπων. Οἱ ἴδιοι οἱ κήρυκες μέσα ἀπ’ αὐτήν τήν ν αὔξηση θέτουν καί τό σχῆμα τῆς ὀργανώσεώς του. Ἡ Ἐκκλησία ἔπρεπε νά ὀργανωθεῖ γιά νά μπορέσει νά ἐπιτύχει τό σκοπό της.
Ἤδη στό 6ο κεφάλαιο, ἀπό τό ὁποῖο εἶναι παρμένη ἡ σημερινή περικοπή, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι βλέπουν, ὅτι ἡ συνεχής αὔξηση τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ κοινότητα ζωῆς στήν ὁποία πορευόταν, χρειάζονταν νά ὀργανωθεῖ. Ἐπειδή ἡ κοινωνία τῶν μελῶν ἦταν στήν κυριολεξία θαυμαστή, ἀφοῦ καί τό φαγητό τους ἀκόμη ἦταν κοινό. Κάποια ὅμως στιγμή οἱ Ἀπόστολοι διαπιστώνουν, πώς τό κύριο μέλημά τους ἦταν τό κήρυγμα, καί ὄχι ἡ διακονία τοῦ φαγητοῦ καί τῶν ἄλλων ζητημάτων, τά ὁποῖα θά μποροῦσαν κάποια ἄλλα μέλη τῆς Ἐκκλησίας νά διαχειριστοῦν. Ἔτσι μέσα ἀπό μιά συζήτηση μέ τούς πιστούς γίνεται ἡ ἐκλογή στήν ἀρχή ἑπτά προσώπων κοινῆς ἀποδοχῆς πού ἀνάλαβαν τήν πράξη τῆς καθημερινότητος στήν Ἐκκλησία.
Ἐκεῖνο πού ἐντυπωσιάζει εἶναι ἀσφαλῶς τό ἐνδιαφέρον τῶν ὑπευθύνων νά μήν παραγνωρίζεται καί ἡ καθημερινή βιολογική ἀνάγκη τῶν πιστῶν. Ποτέ στήν Ὀρθόδοξη διάστασή της ἡ Ἐκκλησία δέν ἑστίασε τη μέριμνά της σέ μιά μονάχα πλευρά τῆς ἀνθρωπίνης ὀντότητος, εἴτε μόνο στήν πνευματική, εἴτε στή σωματική της. Ἡ Ὀρθόδοξη Πατερική Παράδοση σημειώνει πώς ἡ καί βιολογική μέριμνα εἶναι μιά ἀνάγκη.
Ἡ Ἐκκλησία ὡς ὁ νέος τρόπος ζωῆς,δέν παραθεώρησε τό δισυπόστατο τοῦ ἀνθρώπου, μέσα ἀπό τό ὁποῖο φανερώνεται ἡ νέα ζωή τοῦ νέου κατά Χριστόν ἀνθρώπου. Καί στή συνέχεια μετά τήν ἔξοδο τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τά ὅρια τοῦ ἰουδαϊσμοῦ στόν ἐθνικό κόσμο συνέχισε ἀταλάντευτα αὐτό πού ἦταν ἐξαρχῆς. Ὑπάρχει ἕνα κείμενο τῆς πρώτης αὐτῆς περιόδου τῆς Ἐκκλησίας, ἡ περίφημη πρός Διόγνητον ἐπιστολή πού δείχνει πολύ χαρακτηριστικά τό καινούργιο αὐτό. Μεταξύ τῶν ἄλλων διαβάζουμε, «οἱ χριστιανοί ἐνῶ κατοικοῦν σέ ἑλληνικές καί βαρβαρικές πόλεις καί ἐνῶ ἀκολουθοῦν, ὡς πρός τήν ἐνδυμασία καί τήν τροφή ὅλους τούς ἄλλους, ἐν τούτοις ἡ συμπεριφορά τους εἶναι θαυμαστή καί παράδοξη. Κατοικοῦν σέ ὁρισμένες πατρίδες, ἀλλά ταυτόχρονα ζοῦν σ’ αὐτές ὡς ξένοι. Κάθε χώρα εἶναι πατρίδα τους καί κάθε πατρίδα γι’ αὐτούς εἶναι ξένη. Ὑπακούουν στούς ὁρισμένους νόμους κάθε χώρας, ἀλλά μέ τόν τρόπο ζωῆς τους νικοῦν καί ὑπερβαίνουν τούς νόμους αὐτούς».
Μ’ ἄλλα λόγια ὁ Χριστιανός κάνει τρόπο ζωῆς του τό πνεῦμα τῆς πρωτο-χριστιανικῆς κοινότητος πού ἀμέσως διαφοροποιεῖται ἀπό τίς κατεστημένες κοσμικές ἀντιλήψεις ζωῆς. Ὅλες του οἱ ἐκδηλώσεις εἶναι γεμάτες ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καί ἀντανακλοῦν τό αἰώνιο, τήν κατά Χριστόν «καινήν ζωήν».
Σήμερα καί εἰδικά στόν τόπο μας ἡ ζωή τῶν χριστιανῶν ἔχει σαφῶς διαφοροποιηθεῖ ἀπό τόν ἐπηρεασμό τοῦ πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως ἔχει ἀπωλέσει αὐτό τό πνεῦμα. Ὁ ἐγωκεντρισμός μας καί ἡ μίμηση ξένων προτύπων ζωῆς ἔχουν διαφοροπιήσει τή χριστιανική κοινότητά μας. Ἡ Ὀρθόδοξη Πατρίδα μας σέ μιά πορεία ἀντίθετη πρός τό πνεῦμα καί τόν τρόπο ζωῆς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, πορεύεται χωρίς προοπτική. Βέβαι αὐτό ἔχει τήν αἰτία του. Ἡ ζωή τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἰδικά τούς δύο τελευταίους, μετά ἀπό τή φρικτή ὑποδούλωση καί τήν ἑλληνική ἐπανάσταση, τό πνεῦμα τοῦ διαφωτισμοῦ τῶν Εὐρωπαίων εἰσέβαλε σ’ ὅλη τήν ἔκτασή του, καταστρέφοντας τό πνεῦμα τοῦ κοινοτισμοῦ καί φέρνοντας μιά νέα δουλεία στό πνεῦμα τοῦ ἀτομισμοῦ, καί τῆς ἐγωκεντρικῆς αὐταρέσκειας. Τό πνεῦμα τῶν Εὐρωπαίων, πού ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν προτεσταντική ἠθική τῆς ἀτομικότητος, συμπαρέσυρε τό πνεῦμα τῆς κοινότητος καί ἔφερε αὐτή τή ἠθική σήψη καί διαφθορά πού τή βλέπουμε βιουμένη σήμερα σ’ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς μας.
Μόνο στά Μοναστήρια, ἐκεῖ βιώνεται τό ὀρθόδοξο Κοινόβιο, διατηρεῖται τό ἀρχαῖο κοινοβιακό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας, ἐκεῖ ὅπου τό «ἐσύ» ἔχει ἀντικαταστήσει τό «ἐγώ». Ἐκεῖ βλέπουμε τόν ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς, πού δέν ὑπάρχει ἐγωκεντρικά ἀλλά ζεῖ σέ στενή σχέση μέ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς.
Ἡ χριστιανική ζωή εἶναι κοινωνία ἀγάπης και ἁπλότητος. Ἡ ἀγάπη τό πρωταρχικό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά γίνει μέλημά μας ἄν θέλουμε νά ξεφύγουμε ἀπό τήν κακομοιριά τοῦ σημερινοῦ τρόπου ζωῆς μας, τήν ἀτομοκρατία πού εἶναι τό γνώρισμα τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.
Ἄς τομήσουμε ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί τήν βίωση τῆς ἀγάπης, τή βίωση τῆς κοινωνίας τῆς Ἐὐχαριστικαῆς λειτουργίας σέ μιά λειτουργία καί ἐκτός τοῦ Ναοῦ, στό Ναό τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας.