Η Γεωγραφία του Αγίου Όρους
(Πρώτο Μέρος)
Τό Ἅγιο Ὄρος βρίσκεται στήν ἀνατολικότερη ἀπό τίς τρεῖς χερσονήσους τῆς Χαλκιδικῆς. Τό μῆκος της φθάνει τά 60 χιλιόμετρα περίπου καί πλάτος της κυμαίνεται ἀπό 8 μέχρι 12 χιλιόμετρα. Ἡ ὁλική της ἔκταση εἶναι περίπου 385 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Τό ὕψος τῆς χερσονήσου ἀρχίζει ἀπό τή μικρή πεδιάδα, πού βρίσκεται στόν ἰσθμό τοῦ Ξέρξη, καί καθώς προχωροῦμε, ἀνεβαίνει γιά νά καταλήξει στήν πυραμοειδή κορυφή τοῦ Ἄθω μέ ὑψόμετρο τά 2033 μέτρα.
Ονομασία
H μυθολογία θεωρεῖ, ὅτι ἡ ὀνομασία «Ἄθως» προέρχεται ἀπό τόν ὁμώνυμο ἀρχαῖο γίγαντα ὁ ὁποῖος κατά τήν περίφημη γιγαντομαχία ἐκσφενδόνισε κατά τοῦ Ποσειδώνα μιά τεράστια πέτρα ἀπό τήν ὁποία σχηματίσθηκε τό ὄρος «Ἄθως». Μιά ἄλλη μυθολογική παράδοση σημειώνει ἀκριβῶς ἀντίθετο, ὅτι δηλαδή κατά τή γιγαντομαχία ὁ Ποσειδῶν ἦταν αὐτός πού ἔριξε τόν πέτρινο ὄγκο, ἀφοῦ πρῶτα τόν ἔκοψε ἀπό τά Καναστραία ἄκρα τῆς χερσοννήσου τῆς Κασσάνδρας, κατά τοῦ γίγαντος Ἄθω ἤ Ἀθέως, καί μ’ αὐτή τήν τεράστα λίθινη πέτρα τόν καταπλάκωσε, σκοτώνοντάς τον. Ἔκτοτε ἔμεινε ἐκεῖ στά βάθη θαμένος, ἐνῶ πάνω του ὀρθώθηκε ὁ τεράστιος κῶνος τοῦ Ἄθωνος.
Κατά τον Όμηρο
Στήν Ἰλιάδα ὁ Ὅμηρος ἀναφέρει στόν Ἄθω, μιλώντας γιά τό ταξίδι τῆς Ἥρας ἀπό τόν Ὄλυμπο πρός τή Λῆμνο, καί σημειώνει ὁ ποιητής :
«Ἥρη δ’ ἀῒξασα λίπε ῥίον Οὐλύμποιο…
ἐξ Ἀθόω δ’ ἐπί πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα
Λῆμνον δ’ εἰσαφήκανε…» (Ξ, 22).
Κατά τον Ηρόδοτο
Ὁ Ἡρόδοτος καταγράφοντας στήν Ἱστορία του τήν καταστροφή τοῦ περσικοῦ στόλου τό 491 π.Χ. στή χερσόνησο τοῦ Ἄθω, σημειώνει: «Ἐξ Ἀκάνθου δέ ὁρμώμενοι τόν Ἄθων περιέβαλλον, ἐπιπεσών δέ σφί περιπλέουσι βορέης ἄνεμος μέγας τε καί ἄπορος κάρτα τρηχέως περιέσπε πλήθεϊ πολλάς τῶν νεῶν ἐκβάλλων πρός τόν Ἄθων· λέγεται γάρ κατά τριηκοσίας τῶν νεῶν τάς διαφθαρείσας εἶναι, ὑπέρ δέ δύο μυριάδας ἀνθρώπων· ὥστε θηριωδεστάτης ἐούσης τῆς θαλάττης ταύτης τῆς περί τόν Ἄθων οἱ μέν ὑπό τῶν θηρίων διεφθείροντο ἁρπαζόμενοι οἱ δέ πρός τά πέτρας ἀρασσόμενοι». Ἡ ἄγρια ἐμπειρία πού δοκίμασε ὁ Μαρδόνιος τόν ἔκανε νά ἐπιστρέψει ἄπρακτος πίσω στήν Ἀσία. Ἐνῶ ἀργότερα ὁ Δάτις καί ὁ Ἀρταφέρνης, προτίμησαν στή νέα ἐκστρατεία κατά τῶν Ἀθηναίων νά πλεύσουν μέσω τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου πελάγους, γιά νά ἀποφύγουν τήν Ἀθωνική χερσόνησο: «δείσαντες μάλιστα τόν Ἄθω».
Κατά τον Πλούταρχο
Ὁ Πλούταρχος ἀργότερα θά σημειώσει, ὅτι ὁ Ξέρξης πού ἀνέλαβε τήν ἐκστρατεία κατά τῆς Ἑλλάδος, ὅταν ἔφθασε στόν Ἄθω θυμήθηκε τό πάθημα τοῦ Μαρδονίου καί κοιτάζοντας τόν περήφανο Ἄθω, ἄρχισε νά λέει: “Ἄθω τό ὑπερήφανον ὄρος οὐρανόμηκες, μή αὐθαδιάζῃ ἐμποδίσαι τήν ὁδοιπορίαν μου, ἤ δέ μη γε θέλω σε ποιῆσαι ἰσόπεδον καί ῥίψω σε κατά κεφαλῆς εἰς τήν θάλασσαν“. Ἐπειδή ὁ ὑπερήφανος Ξέρξης διαπίστωσε, ὅτι ὁ Ἄθως δέν πτοεῖται ἀπό τίς παιδαιριώδεις αὐτές ἀπειλές ἀναγκάστηκε νά διανοίξει διώρυγα γιά νά περάσει μέ τό στόλο του.
Ὁ ἀρχαῖος γεωγράφος καί ἀστρονόμος Στράβων περιγράφοντας τόν Ἄθω λέει: “Ὁ Ἄθως ἐστι ὄρος μέγα τε μαστοειδές, ὀξύτατον, ὑψηλότατον, οὗ οἱ τήν κορυφήν οἰκοῦντες ὁρῶσι τόν ἥλιον ἀνατέλλοντα πρό τριῶν ὡρῶν τῆς ἐν παραλίᾳ Ἀνατολῆς“.
Λέγεται ὅτι ὁ ἀρχιτέκτων Δεινοκράτης ἔκανε πρόταση στό Μέγα Ἀλέξανδρο νά διασκευάσει τόν Ἄθω σέ τεράστιο ἀδριάντα του. Ὅμως ὁ συνετός βασιλιᾶς τοῦ εἶπε χαρακτηριστικά: “ἄφες τό ὄρος ὡς ἔχει, ἀρκεῖ γάρ ὅτι ἕτερος βασιλεύς κατέλιπεν ἀΐδιον τήν ἀλαζονείαν του διορύξας αὐτό“. Τέλος ὁ Ἀπολλώνιος ὁ Ρόδιος γράφει ὅτι ἡ σκιά τοῦ Ἄθω κατά τή δύση τοῦ ἥλιου ἔπεφτε πάνω στό ἄγαλμα βοός πού βρίσκονταν στή Μύρινα τῆς Λήμνου. Μάλιστα ἀπ’ αὐτό τό γεγονός εἶχε δημιουργηθεῖ ἕνα λογοπαίγνιο “Ἄθως σκιάζει ὦτα Λημνίας βοός“, πού τήν ἔλεγαν γιά τόν ἄνθρωπο πού ἄν καί μακριά βρισκόμενος μποροῦσε νά βλάψει τό συνάνθρωπό του. (συνεχίζεται)